Αυτά τα τριαντάφυλλα μου χάρισε, για συμφιλίωση, η Πάτρα
Απόσπασμα από το έργο «Γλαυκοί δρόμοι» του Κώστα Ουράνη
(Περιοδικό Αχάια Κλάους, Τέυχος 08/1966)
«Αντίθετα στο ίδιο αυτό ταξίδι συμφιλιώθηκα με την Πάτρα. Όσες φορές είχα περάσει από κει ήταν για μια-δυο ώρες μονάχα, και δεν είχα δει ποτέ τίποτ’ άλλο από την παραλία της και τους παραλιακούς δρόμους. Γι’ αυτό και τη θεωρούσα μια από τις πιο πληκτικές πόλεις ύστερα από τον Πειραιά -κι ανάπεμπα κάθε φορά αίνους στο Θεό, που δεν μου την είχε ορίσει για τόπο διαμονής. Η σκόνη της παραλίας και η νύστα των μαγαζιών της ήταν οι μόνες αναμνήσεις που μου άφηνε κάθε μου επίσκεψη.
Την ίδια εντύπωση μου έκανε και τώρα η Πάτρα. Αυτή τη φορά όμως γνώρισα κάτι που δεν είχα γνωρίσει σε προηγούμενα περάσματα: τον κάμπο της.
Έκανα τη διαδρομή του με αυτοκίνητο. Ο δρόμος ήταν άθλιος και το αυτοκίνητο πιο άθλιο ακόμα. Ο πρώτος θύμιζε montagne russes και το δεύτερο ένας μικροσκοπικός Βεζούβιος. Το ψυγείο του έβγαζε αδιάκοπα πυκνούς ατμούς και με πιτσίλιζε με βραστό νερό. Ο κάμπος όμως, ω! ὁ κάμπος ήταν ονειρώδης. Βρισκόταν, όπως λέει ο ποιητής, στην καλή και γλυκιά του ώρα. Γεμάτος περιβόλια, μύριζε πέρα ως πέρα από τ’ αρώματα μοσχοϊτιών, λεμονιών και νωπού χόρτου. Χιλιόμετρα και χιλιόμετρα κυλούσαμε σε μια θάλασσα πρασινάδας, όλη δροσιά και γαλήνη που ανάμεσά της λεύκαζαν σπιτάκια και επαύλεις με φράχτες γεμάτους ανθισμένες τριανταφυλλιές.
Τέρμα του περιπάτου ήταν ένας λόφος όπου βρίσκεται το εργοστάσιο Οινοποιίας CLAUSS. Το εργοστάσιο μπορεί να βεβαιώσω ότι είναι χτισμένο στο ωραιότερο τοπίο που μπορεί να ονειρευτεί όχι απλώς ένας εργοστασιάρχης -γιατί αυτό δε λέει τίποτα – αλλά ένας ποιητής. Ασφαλώς ο Κλάους, αυτός θάταν ποιητής – αδιάφορο αντί για ποιήματα έκανε κρασιά. Μήπως και ο Λαμαρτίνος στα τέλη της ζωής του δεν έκανε κι εκείνος τον έμπορο κρασιών;
Ο λόφος αυτός ξεπερνούσε σ’ ομορφιά κι αρμονία τους πιο φημισμένους της Τοσκάνης. Στις ρίζες του, υπήρχε ένα μικρό αλλά πυκνότατο δάσος από τεράστια πλατάνια. Τα κορμιά τους ήταν σκεπασμένα με κισσό, φλύαρα νερά κυλούσαν ανάμεσά τους, και στα φυλλώματά τους, που άπλωναν σκοταδερούς ίσκιους, κελαηδούσαν αηδόνια. Ο ίδιος ο λόφος, σκεπασμένος με καρπερά δέντρα, κυπαρίσσια και παχιά χλόη κατάστικτη μ’ όλα τ᾽ ανοιξιάτικα αγριολούλουδα, ήταν ένας θείος εξώστης απ᾿ όπου το μάτι αγκάλιαζε ένα μεγαλειώδες Πανόραμα: όλο τον πατρινό Κόλπο και τ’ αντικρινά βουνά της Ακαρνανίας.
Ήταν η ώρα του δειλινού όταν στάθηκα στο «μπελβεντέρε» του εργοστασίου για να χαρώ τη μαγευτική θέα. Ο ουρανός είχε τα γαλάζια και ρόδινα χρώματα ορτανσιών, ο κόλπος τις ατσάλινες αποχρώσεις φιόρδ, και τα βουνά, μακρινά και αθέμελα, ήταν σε μια σταχτογάλαζη άχνα μέσα στην ολοκάθαρη ατμόσφαιρα.
Έμεινα εκεί πολύ, παρακολουθώντας όλες τις φάσεις του ηλιοβασιλέματος σαν ιεροτελεστία. Όσο ο ήλιος έγερνε κατά το Ιόνιο, τόσο τα χρώματα του κάμπου, των βουνών, τ’ ουρανού και της θάλασσες έπαιρναν ρευστότερους, μουσικότερους τόνους. Και όταν η καρένα του ήλιου βυθίστηκε μέσα στη θάλασσα σαν ένα ναυάγιο καραβιού, είδα να διαχύνεται στην επιφάνεια των νερών του κόλπου ένα φορτίο από πορφυρά τριαντάφυλλα.
Αυτά τα τριαντάφυλλα μου χάρισε, για συμφιλίωση η Πάτρα.»
Ας καλωσορίσουμε την άνοιξη, την συμφιλίωση την φύσης με την αναγέννηση.
Καλό Πάσχα!