Παντρεμένος! Εγώ…. Παντρεμένος!!

Ἀπὸ τὴν ΑΧΑΪΑ CLAUSS, στὴν λογοτέχνι κ. Ἀθηνᾶ Κακούρη, μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ὀνομαστικῆς της ἑορτῆς.

Στὰ ντοκουμέντα ποὺ ἁπαρτίζουν τὸ Ἱστορικὸ Ἀρχεῖο τῆς ΑΧΑΪΑ CLAUSS, συγκαταλέγεται καὶ ἡ μακρὰ σειρὰ τῶν Βιβλίων Ἐπισκεπτῶν.  Ἡ παροῦσα ἀνάρτηση, θὰ φέρει στὸ φῶς πληροφορίες ποὺ θησαυρίζονται σὲ ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἰδιόγραφα  «βιβλία»,  ἕνα τόμο δερματόδετο, διαστάσεων 30×23 cm, μὲ τὴν χρυσότυπη ἔνδειξη στὸ ἐξώφυλλό του «Einschreibe = Buch für Besuche auf Gutland», 194 σελίδων.

Καθώς, πρὸ ἐτῶν, φυλλομετρούσαμε τὶς σελίδες αὐτοῦ  τοῦ ἐξαιρετικὰ ἐνδιαφέροντος τόμου, ἐντοπίσαμε ἕνα κείμενο ποὺ μᾶς ἐντυπωσίασε. Κάποιος ἐπισκέπτης εἶχε ἀρχίσει τὴν καταγραφὴ τῶν σκέψεων ἤ τῶν ἐντυπώσεών του, μὲ τὴν ἀσυνήθη γιὰ Βιβλίο Ἐπισκεπτῶν φράση: «Παντρεμένος! Ἐγὼ ὁ Κακούρης παντρεμένος!»….

 Ὁ δυναμισμὸς ἤ ἡ ταπεινοφροσύνη,  τὸ χιοῦμορ ἤ ὁ αὐτοσαρκασμός, ἡ ὑπευθυνότητα ἤ ἡ ἀπόγνωση  ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὶς δύο πρῶτες αὐτὲς προτάσεις τοῦ ἄγνωστου, κατ’ ἀρχήν, συντάκτη ὁ ὁποῖος, ἤ δὲν περίμενε ποτὲ ὅτι θὰ παντρευτεῖ, ἤ τὸ ἤθελε πολύ,  μᾶς ὤθησε νὰ μελετήσουμε τὸ ζήτημα  καὶ νὰ μεταφερθοῦμε νοερὰ στὸν Γάμο του, ποὺ τελέστηκε  στὴν ΑΧΑΪΑ CLAUSS  καὶ στὴν Πάτρα μιᾶς ἄλλης ἐποχῆς…

Περιεργαστήκαμε τὰ κείμενα, ἐρευνήσαμε τὰ δεδομένα, τηλεφωνήσαμε, διασταυρώσαμε καὶ σήμερα ἔχουμε τὴ χαρὰ νὰ παρουσιάσουμε τὰ ἀποτελέσματα:

ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΚΑΚΟΥΡΗΣ
(ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς κ. Ἀθηνᾶς Κακούρη “Μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα”)

Συντάκτης τοῦ κειμένου εἶναι ὁ Χαρίλαος Κακούρης, διακεκριμένος ναυτιλιακὸς πράκτωρ καὶ ἐπιχειρηματίας τῶν Πατρῶν στὶς ἀρχὲς τοῦ περασμένου αἰῶνος, τὴ φήμη τοῦ ὀνόματος τοῦ ὁποίου ἔμελλε νὰ διαδώσει εὐρύτερα ἡ ἐκ τῶν καρπῶν τοῦ περὶ οὗ ὁ λόγος Γάμου, θυγατέρα του Ἀθηνᾶ Κακούρη, γνωστὴ ἀνὰ τὸ πανελλήνιον λογοτέχνις.

 Ἡ ἀνάγκη διασταυρώσεως κάποιων στοιχείων μᾶς ὤθησε στὴν  ἐπικοινωνία μὲ τὴν κ. Κακούρη, ἡ ὁποία μᾶς ἐπιβεβαίωσε τὴν πληροφορία ὅτι οἱ γονεῖς της τέλεσαν τοὺς Γάμους τους στὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Θωμᾶ, στὴν ΑΧΑΪΑ CLAUSS, καὶ μᾶς ἔδωσε καὶ κάποιες ἐπὶ πλέον πληροφορίες, γιὰ τὶς ὁποῖες τὴν εὐχαριστοῦμε θερμά.

Ἡ μικρή μας ἔρευνα συνεχίστηκε μὲ τὴ βοήθεια τοῦ αὐτοβιογραφικοῦ βιβλίου τῆς κ. Κακούρη «Μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα» (ἐκδ. ΠΑΤΑΚΗ, Ἀθήνα 2010), καὶ ὁλοκληρώθηκε εὐχερῶς χάρη στὸ γεγονὸς ὅτι, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Χαρίλαο Κακούρη, ἔχουν ἀφήσει τὸ ἀποτύπωμά τους στὶς σελίδες τοῦ τόμου ποὺ ἐξετάζουμε, τόσο ἡ σύζυγός του Ἀμαλία, τὸ γένος Ἀρσένη, ὅσο  καὶ κάποιοι ἀπὸ τοὺς προσκεκλημένους τοῦ Γάμου. Τέλος, ὅπως συμβαίνει πάντα, ἡ ΑΧΑΪΑ CLAUSS ἔχει, εὐτυχῶς, στὴ διάθεσή της ἕνα πλούσιο Ἱστορικὸ Ἀρχεῖο, στὶς σελίδες τοῦ ὁποίου εἶναι καταγεγραμμένες ὅλες οἱ ἀπαντήσεις τῶν ἐρωτημάτων μας…

Ἀλλ’ ἄς συνθέσουμε τὸ πάζλ: Ὁ Κεφαλλὴν Χαρίλαος Κακούρης, ἐνυμφεύθη τὴν ἐκλεκτὴ τῆς καρδιᾶς του Ἀμαλία Ἀρσένη,

ΑΜΑΛΙΑ ΑΡΣΕΝΗ (ἀπὸ τὸ βιβλίο “Μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα” τῆς κ. Ἀθηνᾶς Κακούρη)

τὴν ὁποία εἶχε ἀρραβωνιαστεῖ -κατὰ τὰ ἔθη τῆς ἐποχῆς- δύο μῆνες νωρίτερα. Πῶς τὸ ξέρουμε ἐμεῖς αὐτό; Μά, ἀπὸ τὴν ἰδιόχειρη καταγραφὴ τοῦ ἰδίου στὸ Βιβλίο Ἐπισκεπτῶν τοῦ Οἰνοποιείου, τὴν 7η Φεβρουαρίου 1922! Ἐκεῖ ὅπου, μέσα στὸν ἐνθουσιασμό του, πληροφορεῖ τὴν Ἱστορία ὅτι εἶναι «ἀρραβωνιασμένος 10 ἡμερῶν». Ἄς δοῦμε τί ἀκριβῶς ἔγραψε ἐκεῖνο τὸ ἀπόγευμα, σ’ ἐκεῖνο τὸ Βιβλὶο, μὲ τόσο ποιητικό, μάλιστα, τρόπο…

«Νὰ ἐπισκεφθῇς τὴν «Ἀχαΐα» τὴν πρώτη ἄνοιξη. Τὴν ὥρα ποὺ ἡ φύση ἀρχίζει ν’ἁπλώνῃ τὰ πειὸ βελουδάτα κι ἀχνόχρωμα κρινάκια της γιὰ νὰ περάσῃ πάνω ἀπ’ αὐτὰ ἡ λουλουδιασμένη ἄνοιξις.

Νὰ ἐπισκεφθῇς τὴν «Ἀχάια»  σὲ μιὰ τέτοια ὥρα ὅταν ὁ ἥλιος χαϊδεύει μὲ μαλαματένια χάδια ἀχτίδων τὴν δύσι.

Νὰ τὴν ἐπισκεφθῇς σὲ τέτοιες ὧρες. Νὰ εἶσαι ἀρραβωνιασμένος 10 ἡμερῶν. Νὰ εἶναι κοντά σου κι ἡ ἀρραβωνιαστικιά σου.

Καὶ νὰ τὴν ἐπισκεφθῇς ἔτσι τὴν «Ἀχάια» σὲ ὥρα ποὺ βρίσκεται ἐδῶ πάνω ὁ κ. Ἀ. Παλαιολόγος. Γιὰ νὰ συμπληρώνῃ ἐκεῖνος ὅλες τὶς καλωσύνες τῆς ὄμορφης φύσης μὲ τὴν καλή του περιποίηση.

Αἴ! Ἐπισκέψου ἀναγνῶστα σὲ τέτοιες ὧρες τὴν Ἀχάϊα, συνάντησε ἐδῶ πάνω κι’ αὐτὸν τὸν Γίγαντα τῶν περιποιήσεων καὶ τότε ἀναγνῶστα ἄπληστε ‘πέ μου σἄν σοῦ βαστάῃ ἡ καρδιὰ τί ἄλλο θὰ ἐπιθυμοῦσες ἄπληστε. Τί ἄλλο;

7-2-22 (ὑπογραφή: Χ. Κακούρης)

 Ἀμαλία Άρσένη»

Πρὶν προχωρήσουμε περαιτέρω, πρέπει νὰ σταθοῦμε σὲ μιὰ «μουτζούρα» ποὺ ἀμαυρώνει εὐχάριστα τὸ γραπτὸ ποὺ ἐξετάζουμε: Καθὼς ὁ εὐφάνταστος συντάκτης τοῦ κειμένου μας ἔχει σχηματίσει μὲ καλολογικὰ στοιχεῖα τὴν μεταφορικὴ εἰκόνα  κατὰ τὴν ὁποία «ἡ φύση ἀρχίζει ν’ἁπλώνῃ τὰ πειὸ βελουδάτα κι ἀχνόχρωμα κρινάκια της γιὰ νὰ περάσῃ πάνω ἀπ’ αὐτὰ ἡ λουλουδιασμένη ἄνοιξις», κάποιο χέρι – ἴσως τοῦ ἴδιου συντάκτη, ἴσως ὄχι- ἔχει γράψει τὴν λέξη «ἀρραβωνιαστικιά» ἀκριβῶς ἐπάνω καὶ πρὸς ἀντικατάστασιν, προφανῶς, τῆς λέξεως «ἄνοιξις». Ἔτσι τὸ κείμενο τώρα, γίνεται ἀκόμα πιὸ ποιητικὸ καὶ σίγουρα πιὸ ἐρωτικό, ἀφοῦ παρουσιάζει τὴ Φύση νὰ «ἀρχίζει ν’ἁπλώνῃ τὰ πειὸ βελουδάτα κι ἀχνόχρωμα κρινάκια της γιὰ νὰ περάσῃ πάνω ἀπ’ αὐτὰ» ὄχι «ἡ λουλουδιασμένη ἄνοιξις», ἀλλὰ ἡ «ἀρραβωνιαστικιά» τοῦ νέου…

Ὅπως καὶ νά ‘χει, ὁ ἀρραβὼν εἶχε σύντομο καὶ αἴσιο τέλος, τὸ ὁποῖο δημοσιοποιεῖ ἡ ἐφημερίδα ΝΕΟΛΟΓΟΣ Πατρῶν, στὸ φῦλλο της τῆς 2ης 9 Ἀπριλίου 1922:

ΑΜΑΛΙΑ ΑΡΣΕΝΗ –ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΚΑΚΟΥΡΗΣ

Ἐτέλεσαν τοὺς γάμους των. Τοὺς στεφάνους ἀντήλλαξεν ὁ κ. Ἀλ. Γιαννουλάτος.

Τὰ γεγονότα πίσω ἀπὸ αὐτὴ τὴν τηλεγραφικὴ δημοσίευση ἔχουν ὡς ἑξῆς: Τὸ ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης 28 Ἀπριλίου 1922, ὁ Χαρίλαος Κακούρης ἐστέφθη τὴν Ἀμαλία Ἀρσένη καὶ τἀνάπαλιν.

ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς κ. Ἀθηνᾶς Κακούρη “Μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα”

Τὸ Μυστήριο ἔλαβε χώρα στὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Θωμᾶ, ποὺ βρίσκεται στὸ  Οἰνόκαστρο τῆς ΑΧΑΪΑ CLAUSS, παρουσίᾳ ὀλίγων προσκεκλημένων. Ἀμέσως μετὰ τὸ πέρας τῆς τελετῆς, ὁ νυμφίος  ἔνιωσε τὴν ἀνάγκη νὰ καταφύγει καὶ πάλι στὶς σελίδες τοῦ Βιβλίου Ἐπισκεπτῶν τοῦ Οἰνοποιείου καὶ νὰ καταγράψει, γιὰ μία ἀκόμη φορά, τὰ συναισθήματά του. Ἔγραψε, λοιπόν:

«Παντρεμένος! Ἐγὼ ὁ Κακούρης παντρεμένος. Ἐδῶ, ἀπὸ ἐδῶ πάνω, ξεκινῶ γιὰ τὴν καινούργια στράτα. Γιὰ ἕνα νέον δρόμο μιᾶς νέας ζωῆς. Ἡ (sic) φιλικὲς καρδιὲς ἐκείνων ποὺ παρέστησαν ἀγαπητοὶ μάρτυρες ἐμπρὸς στὸ Θεὸ τὴν ὥρα ποὺ ὁ παπᾶς εὐλογοῦσε τὴν ἕνωση αὐτή, ἡ φιλικὲς καρδιὲς ἔστρωσαν νοερὰ μὲ λουλούδια τὸν δρόμο αὐτόν. Τοὺς εὐχαριστῶ ὅλους καὶ ὅλες. Μακάρι οἱ εὐχές τους νὰ γίνουν ἀλήθειες. Ἄς τὸ θελήσει ὁ Θεὸς καὶ ἡ γυναῖκα μου. Τοὺς εὐχαριστῶ. Τοὺς ἀνταποδίδω τὴ φιλική των διάθεση. Τοὺς ἀνταποδίδω ὅση ἀγάπη ἔδειξαν γιὰ μένα.

Στὴν ἐκκλησία τοὺς εἶδα ὅλους σὰν καλοὺς συντρόφους τῆς πορείας ποὺ κάνουμε ζῶντες. Τοὺς ἀγάπησα ἐκείνη τὴν ὥρα περισσότερο παρὰ ποτέ. Δὲν θὰ λησμονήσω ποτὲ μερικὲς σφιχτὲς χειραψίες. Οὔτε μερικοὺς  ἀσπασμοὺς σεβαστῶν φίλων.

Ξεκίνησα στὴ ζωὴ ἀπὸ τὴν Ἀχαΐα. Ξεκινᾶμε καὶ δὲν σᾶς λησμονᾶμε ποτέ καλοὶ φίλοι μου,  σημερινοὶ μάρτυρες τῆς νέας ζωῆς μου. Ἐσένα κυρία Ἀντωνοπούλου κι ἐσὲ ἀγαπημένε Βλάση. Οὕτε ἐσένα κ. Ἀνδρέα Παλαιολόγε μας. Οὔτε σένα κυρία Παλαιολόγου. Κι ἐσένα Γιαμαλάκη καὶ (Γιαμαλάκενα) καὶ ἀνεξάντλητε Ζούλλα πνευματοάσωτε. Καὶ σένα Λασκαρᾶτε.

Μανοῦλα καὶ σὺ ἄλλη μανοῦλα, σᾶς θυμᾶμαι. Καὶ τὸ γερω-πατέρα ἀγαπᾶμε. Καὶ σὺ Γιανουλᾶτε κουμπάρε, σ’ εὐχαριστῶ καὶ σοῦ φυλάω πάντα κάποια (……..).

Χαρίλαος»

Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ πρέπει ν’ ἀφήσουμε, γιὰ λίγο, τὸν Γάμο, καὶ νὰ ψηλαφήσουμε τὶς πληροφορίες ποὺ μᾶς δίνει ὁ Χαρίλαος Κακούρης μέσα ἀπὸ τὸ συγκινητικὸ κείμενό του, γιὰ νὰ προβοῦμε εὔκολα στὶς ἑξῆς διαπιστώσεις:

  1. Ὁ Χαρίλαος Κακούρης διαθέτει -ὅπως χαρακτηριστικὰ ἔγραψε γι’ αὐτὸν καὶ τὴ σύζυγό του, σὲ ἄλλη σελίδα τοῦ Βιβλίου Ἐπισκεπτῶν, ὁ φίλος τους κ. Ζούλλας-  «τὴν ὀμορφιὰ τοῦ πνεύματος»!  Καὶ μόνη ἡ ἀνάγνωση τοῦ πλήρους εἰκόνων καὶ καλολογικῶν στοιχείων κειμένου του, ἀρκεῖ γιὰ νὰ συμφωνήσουμε μὲ τὸν κ. Ζούλλα, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ κατανοήσουμε ὅσα ἔγραψε, ἀργότερα, ἡ κ. Ἀθηνᾶ Κακούρη, γιὰ ἐκεῖνον: «Ὁ πατέρας μου…. ἀπήγγειλε ποιήματα ἐνῶ ξυριζόταν… θαύμαζε τὴν πολυμάθεια καὶ ὑποκλινόταν ἐμπρὸς στὴν εὐφυΐα… διάβαζε λογοτεχνία, ἔγραφε στὴν τοπικὴ ἐφημερίδα χρονογραφήματα…».

Τέλος, τὸ «Ἱστορικὸν Λεξικὸν τῶν Πατρῶν»  τοῦ Κωνσταντίνου Τριανταφύλλου ἐπιφυλάσσει στὸν Χαρίλαο Κακούρη τὴ θέση ποὺ τοῦ ἀξίζει:

«Κακούρης Χαρίλαος: διανοούμενος καὶ ἐπιχειρηματίας, ναυτικὸς πράκτωρ, ἐκ Κεφαλληνίας, ἐγκατεστημένος εἰς Πάτρας ἀπὸ τοῦ 1911….»   

  1. Ἡ Οἰνοποιΐα ποὺ φιλοξένησε τὸ Μυστήριο, ὀνομαζόταν μέχρι καὶ τὴν ἡμέρα τοῦ Γάμου, δηλαδὴ τὴν 28η Ἀπριλίου 1922, «ΑΧΑΪΑ». Ὁ προσδιορισμὸς «CLAUSS», δὲν εἶχε προστεθεῖ ἀκόμα, ἄν καὶ εἶχαν περάσει 14 χρόνια ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ ἱδρυτῆ της, Gustav Clauss. Ἡ μαρτυρία αὐτή, σὲ συνάρτηση καὶ μὲ πολλὲς ἄλλες, ἔρχεται νὰ διαψεύσει τὴν λανθασμένη πληροφορία ποὺ θέλει τὸν Gustav Clauss ἱδρυτὴ Οἰνοποιΐας ὀνομαζομένης «ΑΧΑΪΑ CLAUSS». Ἡ Οἰνοποιΐα ποὺ ἵδρυσε ὁ Clauss ὀνομαζόταν ἐξ ἀρχῆς μέχρι καὶ πολλὰ χρόνια μετὰ τὸν θάνατό του «ΑΧΑΪΑ». Ὡς τέτοια τὴν γνωρίζει –καὶ τὴν ὀνομάζει- τόσο ὁ συντάκτης τοῦ ὑπὸ ἐξέτασιν κειμένου, ὅσο καὶ κάποιοι ἀπὸ τοὺς καλεσμένους, τῶν ὁποίων τὶς καταγραφὲς στὸ Βιβλίο Ἐπισκεπτῶν θὰ δοῦμε ἀργότερα.
  2.  Μεταξὺ τῶν προσκεκλημένων τοῦ Γάμου, ἦσαν ὁ ἰδιοκτήτης τῆς Οἰνοποιΐας κ. Βλάσης Ἀντωνόπουλος καὶ ἡ σύζυγός του Costanza, ὁ κύριος καὶ ἡ κυρία Ἀνδρέου  Παλαιολόγου, ὁ κύριος καὶ ἡ κυρία Γιαμαλάκη, ὁ κ. Ζούλλας, καὶ ὁ κ.  Λασκαρᾶτος, καὶ ὁ κουμπάρος κ. Γιανουλᾶτος. Ρωτήσαμε τὴ θυγατέρα τοῦ ζεύγους, κ. Ἀθηνᾶ Κακούρη, ἄν ξέρει νὰ μᾶς πεῖ τὸν λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Βλάσης Ἀντωνόπουλος καὶ ἡ Κυρία του παρευρέθησαν στὸ Γάμο τῶν γονέων της καὶ μᾶς εἶπε ἀφοπλιστικά: «γιατὶ ἦταν φίλοι»! Καὶ ὄντως, πρέπει νὰ ὑποθέσει κανεὶς ὅτι ὅλοι οἱ παρασταθέντες στὸ Μυστήριο ἔτρεφαν πολὺ φιλικὰ αἰσθήματα γιὰ τοὺς νεόνυμφους, μάλιστα ἐὰν διαβάσει καὶ ὅσα κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς ἔγραψαν στὸ Βιβλίο Ἐπισκεπτῶν ποὺ ἐξετάζουμε. Πέραν τούτων, πρέπει νὰ σημειώσουμε, ἐν παρόδῳ, τὴν Κεφαλληνιακὴ καταγωγὴ τῶν ὀνομάτων τῶν κ.κ. Λασκαράτου καὶ Γιανουλάτου –τοῦ καὶ κουμπάρου τοῦ, κεφαλληνιακῆς ἐπίσης καταγωγῆς, ζεύγους -. Ἐκτός, ὅμως, τῶν Κεφαλλήνων προσκεκλημένων, γίνεται ἀναφορὰ καὶ στὰ ὀνόματα τῶν κ.κ. Ζούλλα, Γιαμαλάκη καὶ Παλαιολόγου. Ἄν, γιὰ τὴν οἰκονομία τῆς συν-ζήτησης, ἐκφύγουμε λίγο ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς ἀναζήτησης βάσει ἀποδεικτικῶν στοιχείων καὶ βασιστοῦμε σὲ ὑποθέσεις, εὔκολα μποροῦμε νὰ καταλήξουμε στὴν ἐκτίμηση – ὄχι στὴ βεβαιότητα – ὅτι ὁ κουμπάρος τοῦ ζεύγους κ. Γιανουλᾶτος, ἐκτὸς ἀπὸ συντοπίτης ἴσως ἦταν καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς πλοιοκτῆτες ἀφελφοὺς Γιανουλάτους, τὴν «Ἰονικὴ Ἀκτοπλοΐα» τῶν ὁποίων πρακτόρευε ὁ  Χαρίλαος Κακούρης, σύμφωνα μὲ τὸν ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΟΔΗΓΟ πόλεων, Δήμων καὶ Κοινοτήτων, ποὺ ἐξέδωσε στὰ 1920 ἡ ἑταιρεία διαφημίσεων “Geo” τῶν Ἀθηνῶν, ἀλλὰ καὶ σύμφωνα μὲ τὸ ρεπορτὰς τῆς ἐφημερίδος ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΠΑΤΡΩΝ, κατὰ τὸ ὁποῖο

    «Εἰς τὸν λιμένα μας κατέπλευσε χθὲς διὰ πρώτην φορὰν τὸ νέον ὑπέροχον θαλαμηγὸν ἀτμόπλοιον τῆς Ἰονικῆς Ἀτμοπλοΐας Γιαννουλάτου “Ναυκρατοῦσα” ἄρτι ἀγορασθὲν ἐν Ἀγγλίᾳ….. Μετὰ μακρὰν περιοδείαν ἀνὰ τὰς εὐρυτάτας αἰθούσας καὶ λοιπὰ διαμερίσματα, προσφέρονται ἀναψυκτικὰ εἰς τοὺς ἐπισκέπτας ὑπὸ τοῦ Πράκτορος κ. Κακούρη καὶ πάντες ἀναχωροῦν συγχαίροντες διὰ τὴν ἁλματικὴν πρόοδον τῆς Ἰονικῆς Ἀτμοπλοΐας. Ἡμεῖς ἀπευθύνοντες θερμὰ συγχαρητήρια εἰς τοὺς ἰδιοκτήτας κ.κ. ἀδελφοὺς Γιαννουλάτου….»  Κι ἄν ὁ συνδετικὸς ἱστὸς ποὺ ἕνωνε ὅλη αὐτὴ τὴν παρέα τῶν παρισταμένων στὸν Γάμο εἶχε νὰ κάνει μὲ τὴν ἐπαγγελματική τους δρατηριότητα, τότε ἴσως καὶ ὁ κ. Ζούλλας νὰ εἶναι ἀναφερόμενος στὸν προαναφερθέντα ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΟΔΗΓΟ ὡς «Νικόλαος Ζούλλας, γραφεῖο παραγγελιῶν» μὲ ἀριθμὸ τηλεφώνου 165 – ἄν καὶ ἡ ἰδιόχειρη ὑπογραφή του στὸ βιβλίο Ἐπισκεπτών δὲν ἐνθαρύνει τὴν ἀποδοχὴ αὐτῆς τῆς ἐκδοχῆς- . Ἀτυχῶς, οἱ ὑποθετικές μας ἀκροβασίες δὲν ἔχουν τίποτα νὰ κομίσουν σχετικὰ μὲ τὸ ὄνομα τοῦ κ. Γιαμαλάκη, γι’ αὐτὸ τὶς ἐγκαταλείπουμε πάραυτα, καὶ ἐπανερχόμεθα στὴ σοβαρότητα τῆς βεβαιότητος, μάλιστα μετ’ ἀποδείξεων. Ἀποδείξεων τὶς ὁποῖες θὰ ἀντλήσουμε ἀπὸ τὸ Βιβλίο Πρακτικῶν τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς Οἰνοποιΐας, ὅπου θὰ βροῦμε τὴν πλήρη ἰδιότητα τοῦ κ. Ἀνδρέου Παλαιολόγου:

    «Ἔχοντες ὑπ’ ὄψει τὴν ἀπόφασιν τῆς Ἐκτάκτου Γενικῆς Συνελεύσεως τῶν μετόχων τῆς Ἑταιρίας τῆς 19ης Αὐγούστου ἐ.ἔ. (1920) διορίζομεν ἐπόπτην τοῦ τεχνικοῦ τμήματος καὶ Διευθυντὴν τῶν ἐν Ῥιγανοκάμπῳ Ἐργοστασίων τῆς Ἑταιρίας τὸν κ. Ἀνδρ. Παλαιολόγον ἐπὶ μηνιαίᾳ ἀντιμισθίᾳ ἐκ Δρ. 700, ἀρχομένῃ ἀπὸ 20 Αὐγούστου ἐ.ἔ. (1920) ὅτε καὶ ἀνέλαβε τὰ καθήκοντά του καὶ μὲ τὸ δικαίωμα τῆς δωρεὰν οἰκήσεως ἐν τῷ Ἐργοστασίῳ»

    Κρατᾶμε, πρὸς τὸ παρόν, τὸ ὄνομα καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ κ. Ἀνδρέα Παλαιολόγου καὶ ἐπιστρέφουμε στὸ Βιβλίο τῶν Ἐπισκεπτῶν, γιὰ νὰ διαβάσουμε ὅσα ἔγραψε ὁ «πνευματοάσωτος», κατὰ Χαρίλαον Κακούρην, κ. Ζούλλας, ἀμέσως μετὰ τὸν Γάμο:

    «Καὶ ὁ ἀναγνώστης παρευρέθη εἰς τὸ ὡραιότερον θέαμα τῆς ζωῆς του. Εἶδε τοὺς δύο ἀρραβωνιασμένους, τοὺς δύο, οἱ ὁποῖοι ἤνωσαν τὴν καλλιτεχνίαν, τὴν ὀμορφιὰν τοῦ πνεύματος, τὰ χάδια τῆς ψυχῆς, νὰ ἑνώνονται εἰς τὸ μικρὸ Ἐκκλησιδάκι μπροστὰ σὲ κείνους ποὺ ἠμποροῦν νὰ χύσουν δυὸ δάκρυα ἀπὸ τὴν γλυκειὰ συγκίνηση τῆς χαρᾶς. Ἥνωσαν τὰ ὡραιότερα αἰσθήματα καὶ μέσα εἰς αὐτὰ εἶπαν δυὸ λέξεις εἰς τὴν φιλόξενον «Ἀχαΐαν»: «δὲν θὰ σὲ λησμονήσωμεν ποτέ, ποτέ». Μαζύ τους σιγά, σιγὰ τὸ εἴπαμε ὅλοι μυστικά, κρυφά, χαδευτικά, ἀλησμόνητα.

     28 Ἀπριλ. 1922    (………..) Ζούλλας»

    Ἡ Οἰνοποιΐα ΑΧΑΪΑ-CLAUSS εὐχαριστεῖ, στὸ σημεῖο αὐτό, 97 χρόνια ἀργότερα, τὸν κ. Ζούλλα, ποὺ ἔγραψε πὼς οἱ νεόνυμφοι εἶπαν εἰς τὴν φιλόξενον «Ἀχαΐαν»: «δὲν θὰ σὲ λησμονήσωμεν ποτέ, ποτέ» καί, μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς παρούσης ἀναρτήσεως, ἀνταποδίδει τὴν φιλοφρόνηση: ἀνασύρει ἀπὸ τὰ ἱστορικά της ἑρμάρια καὶ δημοσιεύει στὴν παροῦσα, ἠλεκτρονικὴ ἐπιφυλλίδα της, τὰ σχετικὰ μὲ τὸν Γάμο Χαριλάου Κακούρη -Ἀμαλίας Ἀρσένη, καὶ ἔτσι οὔτε ἡ «Ἀχαΐα», οὔτε ἡ Ἱστορία θὰ λησμονήσουν ποτὲ τοὺς πρωταγωνιστὲς τοῦ γεγονότος…

              Ἐπίσης, δὲν θὰ λησμονηθοῦν τὰ ὀνόματα ὅσων ἔσπευσαν μετὰ τὸν γάμο νὰ ὑπογράψουν στὸ Βιβλίο Ἐπισκεπτῶν, εἴτε γράφοντας κάποιες σκέψεις ἤ εὐχές, εἴτε δηλώνοντας, ἁπλῶς, τὸ ὄνομά τους, ὡς ἑξῆς:

    «Σοφία Ἀρσένη»

    «Εὐαγγελία Παλαιολόγου 1922»

    «Κικὴ Ἰ. Παπαρροδοπούλου 1922»

    «Εἶμαι εὐχαριστημένη ἐγὼ ποὺ παρευρέθην εἰς τὴν ἕνωσιν τῶν δύο εὐτυχισμένων.

     

                                        Εὐγενία Σ. Προκοπίου  28 Ἀπριλ. 1922 »  

    «Ἀ  μ  α  λ  ί  α       Κ

    Κάθεται μὲ τὴν πέννα σκεπτική. Ἀμαλία. Δὲν βρίσκει τί νὰ γράψη! Ἄς εἶναι! Τἄχῃ χαμένα, ὕστερα ἀπὸ τὸν γάμο της. Τἄχασε. Ἔχασε καὶ τ’ ὄνομά της?!  Ἀπὸ δὶς Ἀρσένη σὲ μιὰ στιγμὴ Κα Κακούρη. Δὲν εἶναι μικροδουλειά. Αἴ; Ποιὰ δεσποινὶς δὲν θ(τ)ἄχε τὰ ἄλα χασίματα;

    Κουσου….»

    Τέλος, δὲν θὰ λησμονηθεῖ ποτὲ τὸ χρονικὸ ποὺ συνέταξε καὶ δημοσίευσε στὸ φῦλλο τῆς Πρωτομαγιᾶς τοῦ 1922 τῆς τοπικῆς ἐφημερίδας ΝΕΟΛΟΓΟΣ Πατρών, ὁ ἐκ τῶν προσκεκλημένων κύριος «Σπ.», καὶ ποὺ θ’ ἀποτελέσει τὸν Ἐπίλογο τῆς παρούσης ἀναρτήσεως:

    Καὶ τὸ ἐκκλησιδάκι τὸ μικρό, ἐπάνω εἰς τὸ Ριγανόκαμπο, τῆς Ἑταιρίας «Ἀχαΐα», ἤνωσε δύο ὑπάρξεις ἐκλεκτάς. Ἡ ὡραία φωνὴ τοῦ Παπα-Ἀνδρέα ἔψαλε τὰς εὐχὰς τῆς ἐκκλησίας, ἐνῶ τὰ ἐκφραστικά του μάτια ἔλεγαν. «Σᾶς ἑνώνει ἡ ἐκκλησία μας, σᾶς ἑνώνει ὅμως καὶ ἡ καλλιτεχνία. Σᾶς ἑνώνει ἡ διανοητικότης, ἡ ὁποία γνωρίζει νὰ παραμερίζῃ τὰ ἄσημα καὶ μηδαμηνὰ πράγματα τῆς ζωῆς. Σᾶς ἑνώνει ἡ λεπτὴ ψυχή, ἡ ἀγαθότης. ἡ μετριοφροσύνη». Καὶ ἡ γλυκεία φυσιογνωμία τοῦ Παπα-Ἀνδρέα, ἐφανέρωνε μίαν εὐγενῆ ὑπερηφάνειαν, ὅτι τὸ ἔργον του, τὴν στιγμὴν ἐκείνην ἐπετύγχανε καθ’ ὅλην τὴν γραμμήν. Ὁ ἐξαιρετικὸς αὐτὸς ἱερεὺς ἦτο, τὴν στιγμὴν ἐκείνην, ὁ εὐτυχέστερος ὅλων.

              Τὰ δάκρυα τῆς Μάννας καὶ τοῦ Πατέρα! Τὰ δάκρυα ὅλων μας! Ὠκεανὸς συγκινήσεως καὶ χαρᾶς. Καὶ τὰ δάκρυα τῆς ὤμορφης κοπέλλας! Ποῦ ἀπαντοῦσαν εἰς τὸ σφιχταγκάλιασμα τῆς Μάνας της! «Εἶμαι τοῦ Χαρίλαου πειά, ἀλλ’ εἶμαι καὶ δική σου, Μάννα»!

              Αὐτὲς οἱ θεῖες στιγμὲς θὰ κρατοῦσαν πολὺ ἀκόμα, ἐὰν ὁ Βλάσης Ἀντωνόπουλος, ὁ πρόεδρος τῆς συντροφιᾶς, ὁ Πρόεδρος τῆς ἀφαντάστου φιλοξενίας, δὲν ἔλεγε.

    –         Καὶ τώρα Κυρίαι καὶ Κύριοι, ἐμπρός.

    Ἤρκεσεν ἡ φρᾶσις, διὰ νὰ ἀνάψῃ ὁλόκληρη τὴν φωτιὰ τοῦ περιποιητικοῦ Ἀνδρέου Παλαιολόγου. Τοῦ ἀεικινήτου. Τοῦ ἱκανοῦ νὰ διακρίνῃ καὶ τὴν παραμικροτέραν ἀκόμα ἐπιθυμίαν καθ’ ἑνὸς ἀπὸ μᾶς καὶ νὰ ἀνοίξῃ τὶς θύρες τοῦ σπιτιοῦ του, δὰ νὰ εὑρεθῶμεν εἰς συμπόσιον τοῦ παλαιοῦ Λουκούλου ὁ ὁποῖος –δυστυχῶς δι’ αὐτὸν- δὲν ἐγνώριζε τότε τὰ κρασιὰ τῆς «Ἀχαΐας»! Ἴσως καὶ τὸ ἀρνὶ τῆς σούβλας! Πιθανῶς καὶ μερικοὺς μεζέδες μὲ οὖζο! Ἡ Ἱστορία, πολλὲς φορές, ἀνύψωσε ἀνθρώπους ποῦ δὲν ἄξιζαν τίποτε..! Καὶ διὰ τοῦτο δὲν θέλω νὰ τῆς χαρίσω τὴν ἀλησμόνητη ἡμέρα ποὺ ἐπεράσαμε. Μόνον παραδίδω εἰς αὐτὴν τὴν πληροφορίαν, ὅτι ὁ γ λ υ κ ύ τ α τ ο ς  κουμπάρος Γιαννουλᾶτος δὲν ἔφαγε τίποτε, διότι…. ἔκανε δίαιτα!!!

         Ἡ ὡραία δύσις μὲ τὰ πλούσια χρώματά της μᾶς εὑρῆκε νὰ κρατοῦμε στὸ χέρι ποτήρια μὲ σαμπάνια. Μᾶς κύτταζε καλά, καλά. Εἰς μερικοὺς μάλιστα ἀπὸ μᾶς, ἔλεγε μὲ καποια χαιρεκακία. «εἴμεθα συνάδελφοι!»

    – Ναί, τῆς ἀπαντῶ καὶ ἐγὼ μὲ τὴν ἴδια χαιρεκακία. Ἔχεις δίκηο. Ἀλλὰ κύτταξε κι’ ἐκεῖ, αὐτοὺς τοὺς δύο.

    Δὲν ἐτόλμησε, διότι ἐκεῖ ἤρχιζε μία ἀνατολὴ εὐτυχίας καὶ χαρᾶς.

    Σπ.

0

Start typing and press Enter to search

Μετάβαση στο περιεχόμενο