Νεολόγος 11/8/1908: Πυρκαϊα
Π Υ Ρ Κ Α Ϊ Α
Στὸ περιθώριο τῶν ἐρευνῶν γιὰ θέματα ποὺ σχετίζονται μὲ τὴν ἱστορία τῆς ΑΧΑΪΑ CLAUSS, συναντᾶ ὁ ἐνδιαφερόμενος μικρὲς ἐκπλήξεις, οὐδόλως εὐκαταφρόνητες! Ἡ σημερινὴ ἀνάρτησή μας ἐντάσσεται στὶς ἐκπλήξεις αὐτές, καὶ ἀφορᾶ σ’ ἕνα ρεπορτὰζ τῆς ἐφημερίδας ΝΕΟΛΟΓΟΣ Πατρῶν, τὸ ὁποῖο ἀνακαλύψαμε κατὰ τύχη, στὸ φῦλλο 5003 τῆς 11ης Αὐγούστου 1908.
Κι ὅλα αὐτὰ -πρέπει σὲ κάθε εὐκαιρία νὰ τὸ τονίζουμε- χάρη στὴν ἄκρως κοινωφελῆ ψηφιοποίηση καὶ δημοσιοποίηση τῶν ἐφημερίδων τοῦ Μουσείου Τύπου Πατρῶν, ποὺ ἔγινε μὲ μέριμνα τῶν ὑπευθύνων του, παλαιῶν καὶ σημερινῶν.
Ἄς ἐπικεντρωθοῦμε, ὅμως, στὴ 2η σελίδα τῆς ἐφημερίδας, καὶ ἄς ἐπιδείξουμε τὰ δέοντα αἰσθήματα τρόμου, διαβάζοντας τὴν ἐπικεφαλίδα
ΜΕΓΑΛΗ ΠΥΡΚΑΪΑ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΟΙΝΟΠΟΙΪΑΝ ΚΛΑΟΥΣ -ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΚΤΗΜΑΤΟΣ!
Καὶ πλήρεις τρόμου – μεταχρονολογημένου κατὰ 111 χρόνια ἔστω – ἄς δοῦμε τὸ ρεπορτάζ:
«Χθὲς τὸ ἀπόγευμα περὶ τὴν 3ην ὥραν πυρκαϊὰ ἐξερράγη εἰς τὰ κάτωθι τῆς Οἰνοποιητικῆς Ἑταιρείας «Ἀχαΐα» Κλάους κτήματα τοῦ κ. Μπουκαούρη. Τὸ πῦρ ἄγνωστον πῶς προελθόν, ἐφέρετο ἀκατάσχετον πρὸς τὸν λόφον ἔνθα τὰ μεγάλα Ἐργοστάσια τῆς «Ἀχαΐας». Πάραυτα ἅμαξα ἐσπευσμένως ἐλθοῦσα ἐκ τῶν Ἐργοστασίων εἰς τὴν πόλιν εἰδοποίησε τὸν λοχίαν τοῦ ἐνταῦθα Πυροσβεστικοῦ σώματος κ. Γιαννούλην Θεοτοκιόν, ὅστις ἔσπευσεν καὶ παρέλαβεν ἐν τάχει τρεῖς πυροσβέστας μετὰ τῶν ἀπαραιτήτων πυροσβεστικῶν ὀργάνων καὶ ἐφ’ ἁμάξης μετέβησαν εἰς τὸν τόπον τῆς πυρκαϊᾶς, ὅστις ἀπέχει τῶν Πατρῶν περὶ τὴν μίαν ὥραν. Οἱ πυροσβέσται ἀφίκοντο περὶ τὴν 4ην καὶ 1)2 μ.μ. ὥραν εἰς τὸ μέρος τῆς πυρκαϊᾶς καὶ ἐπεδόθησαν δραστηρίως πρὸς περιστολὴν τοῦ ἀκατασχέτως ἐπεκτεινομένου ἐν τῇ σταφιδαμπέλῳ πυρός, τὸ ὁποῖον ὑποβοηθούμενον ὑπὸ τοῦ πνέοντος ἀνέμου εἶχε προχωρήσει καὶ μεταδοθῆ πρὸς τὰ Ἐργοστάσια τοῦ κ. Κλάους.
Αἱ φλόγες τῆς πυρκαϊᾶς τεράστιαι ἤρχισαν νὰ προσβάλλουν τὴν οἰκίαν τοῦ διευθύνοντος τὰς ἐργασίας τῆς Οἰνοποιΐας. Οἱ πυροσβέσται βοηθούμενοι καὶ ὑπὸ τοῦ προσωπικοῦ τῶν Ἐργοστασίων, κατόρθωσαν μετὰ ὑπερανθρώπους προσπαθείας, ὅπως καταδαμάσουν τὸ πῦρ τὸ ὁποῖον μόλις περὶ τὴν 8ην ἑσπερινὴν ὥραν κατεσβέσθη, ἀφοῦ κατέφαγε περὶ τὰ δύο στρέμματα ἐκ τῶν σταφιδαμπέλων τοῦ κ. Μπουκαούρη. Ἀργότερον ἐπανῆλθον ἐκ τοῦ τόπου τῆς πυρκαϊᾶς οἱ πυροσβέσται μετὰ τοῦ λοχίου κ. Θεοτοκιοῦ ὅστις καὶ ἀνεκοίνωσεν εἰς τὰς ἀρχὰς τὰ τῆς πυρκαϊᾶς καὶ τὴν κατάσβεσιν αὐτῆς».
Τοῦ ρεπορτὰζ οὕτως ἔχοντος μποροῦμε- τώρα ποὺ κατεσβέσθη τὸ πῦρ- νὰ προβοῦμε σὲ σκέψεις ποὺ προξενοῦν, βέβαια, μιὰ κάποια θυμηδία….
Καὶ πρῶτα -πρῶτα, σχολιάζοντας τὴ φράση «Πάραυτα ἅμαξα ἐσπευσμένως ἐλθοῦσα ἐκ τῶν Ἐργοστασίων εἰς τὴν πόλιν», μποροῦμε νὰ ἀναλογιστοῦμε πόσο γρήγορα θὰ ἔφτασε ἡ ἅμαξα ποὺ ἐστάλη «ἐσπευσμένως» ἀπὸ τὴν ΑΧΑΪΑ CLAUSS στὴν πόλη τῶν Πατρῶν, μέσα ἀπὸ ἕνα χωματόδρωμο δέκα, περίπου, χιλιομέτρων, ὁ ὁποῖος ποτὲ –σύμφωνα μὲ δημοσιεύματα καὶ μαρτυρίες τῆς ἐποχῆς- δὲν ἦταν σὲ καλὴ κατάσταση… Καὶ τοῦτο, ἐνῶ «τὸ πῦρ …. ἐφέρετο ἀκατάσχετον»!!
Στὴ συνέχεια ἄς διαπιστώσουμε, χάριν γούστου, ὅτι τὸ μικρὸ ὄνομα τοῦ λοχία κ. Θεοτοκιοῦ εἶναι «Γιαννούλης», ἕνα ὄνομα ποὺ ἔχει ἐκλείψει στὶς μέρες μας καὶ διασώζεται μόνο στὴν ἐκδοχὴ τοῦ θηλυκοῦ γένους, ὡς «Γιαννούλα». Σημειωτέον ὅτι πασίγνωστος συνώνυμος τοῦ λοχίου, ὑπῆρξε ὁ Γιαννούλης Χαλεπᾶς!
Αὐτὸς λοιπόν, ὁ Γιαννούλης ὁ λοχίας, ἅμα πληροφορήθηκε τὸ γεγονὸς τῆς πυρκαϊᾶς, καὶ ἐνῶ «τὸ πῦρ …. ἐφέρετο ἀκατάσχετον… ὑποβοηθούμενον ὑπὸ τοῦ πνέοντος ἀνέμου» καὶ «εἶχε προχωρήσει καὶ μεταδοθῆ πρὸς τὰ Ἐργοστάσια τοῦ κ. Κλάους … καὶ αἱ φλόγες τῆς πυρκαϊᾶς τεράστιαι ἤρχισαν νὰ προσβάλλουν τὴν οἰκίαν τοῦ διευθύνοντος τὰς ἐργασίας τῆς Οἰνοποιΐας», πρὸ αὐτῆς τῆς τόσο σοβαρῆς καταστάσεως, «ἔσπευσεν καὶ παρέλαβεν ἐν τάχει τ ρ ε ῖ ς πυροσβέστας»! Μὰ πῶς θὰ ἀντιμετώπιζε μία μεγάλης ἐκτάσεως πυρκαϊά, ἡ ὁποία δροῦσε ἐπὶ ὧρες ἀνεξέλεγκτη μὲ τὸν ἄνεμο νὰ ὑποδαυλίζει τὴν ἰσχύ της, ἐπιστρατεύοντας τρεῖς, μόνο, πυροσβέστες; Ἀκόμα κι ἄν σ’ αὐτὴ τὴν πυροσβεστικὴ «δύναμη» συνυπολογίσουμε καὶ τὸν ἴδιο τὸν λοχία, δηλαδὴ τέσσερα ἄτομα, σὺν τὸν ἐξοπλισμὸ «τῶν ἀπαραιτήτων πυροσβεστικῶν ὀργάνων», ποὺ θὰ ἦταν, ἀσφαλῶς, ὑποτυπώδης, πῶς νὰ σβηστεῖ ἡ φωτιά;
Περαιτέρω, ὅμως, τὸ ρεπορτὰζ γίνεται πιὸ διαφωτιστικὸ ἀρχικῶς, καὶ ἐντελῶς αἰνιγματικὸ ἐν τέλει. Μᾶς πληροφορεῖ, δηλαδή, ὅτι «Οἱ πυροσβέσται» ἐργάστηκαν «βοηθούμενοι καὶ ὑπὸ τοῦ προσωπικοῦ τῶν Ἐργοστασίων», ὁπότε καταλαβαίνουμε ὅτι ἡ ἀνεπάρκεια τῶν πυροσβεστικῶν δυνάμεων θὰ ἀναπληρώθηκε ἀπὸ τοὺς ἐθελοντές. Καί, ἐπὶ πλέον, μᾶς ἐνημερώνει ὅτι οἱ πυροσβέστες κατέβαλαν «ὑπερανθρώπους προσπαθείας, ὅπως καταδαμάσουν τὸ πῦρ». Κι ἔτσι πειθόμεθα γιὰ τὴν ἀποτελεσματικότητα τοῦ ἐγχειρήματος τὸ ὁποῖο ἦταν, πάντως, πολὺ δύσκολο, ἀφοῦ τὸ πῦρ ἦταν ἀκατάσχετο, οἱ ἄνεμοι ἔπνεαν θυελωδῶς, οἱ τεράστιες φλόγες τῆς πυρκαϊᾶς ἀπειλοῦσαν τὴν οἰκίαν τοῦ διευθύνοντος, κ.ο.κ. Ἔρχεται, ὅμως, στὸ τέλος τῆς ἀνταποκρίσεώς του ὁ ρεπόρτερ καὶ μᾶς πληροφορεῖ ὅτι αὐτὸ τὸ ἀκατάσχετο πῦρ ποὺ ἀνεπτύχθη μὲ τὴ βοήθεια τοῦ πνέοντος ἀνέμου καὶ ἀπειλοῦσε μὲ τὶς τεράστιες φλόγες του νὰ κατακάψει καὶ μία εὐμεγέθη οἰκία, τελικά, «περὶ τὴν 8ην ἑσπερινὴν ὥραν κατεσβέσθη, ἀφοῦ κατέφαγε» …. «περὶ τὰ δύο στρέμματα ἐκ τῶν σταφιδαμπέλων τοῦ κ. Μπουκαούρη»!!!
Μὲ τὴν σκέψη ὅτι τὸ ρεπορτὰζ ἦταν κάπως ὑπερβολικό, ἀφοῦ ὁ δραματικὸς ἀπολογισμὸς ὅλης αὐτῆς τῆς ἐπιχείρησης ἦταν δυὸ στρέμματα σταφιδαμπέλου, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν αἰτιολόγηση ὅτι οἱ ἐποχὲς ἐκεῖνες ἦταν ἄλλες, καὶ δὲν μποροῦμε νὰ κρίνουμε τὰ γεγονότα τοῦ χθὲς μὲ σημερινὰ κριτήρια, κλείσαμε τὸ φῦλλο 5003, τῆς 11ης Αὐγούστου 1908, τῆς ἐφημερίδας ΝΕΟΛΟΓΟΣ Πατρῶν.
……………………………………………………………
Ἀλλά, εὐτυχῶς, ἐντελῶς τυχαία, ἀνοίξαμε καὶ τὸ φῦλλο 5004, τῆς 12ης Αὐγούστου 1908, τῆς ἴδιας ἐφημερίδας! Καὶ τότε ἄρχισαν νὰ διαλύονται τὰ νέφη τῶν ἀμφιβολιῶν μας, χάρη στὸν Ἰωσήφ Ρίδελ (Jozeph Riedl), Γερμανὸ συνεργάτη τοῦ Gustav Clauss, ποὺ κατοικοῦσε ἐντὸς τῶν τειχῶν τοῦ Οἰνοποιείου καὶ ἦταν ὁ Διευθύνων τὰς ἐργασίας τῆς Οἰνοποιΐας, τοῦ ὁποίου μάλιστα – σύμφωνα πάντα μὲ τὸ ρεπορτὰζ – κινδύνευσε νὰ καεῖ ἡ οἰκία. Ἄς προστρέξουμε στὴ σελίδα 2 τῆς ἐφημερίδας, κι ἄς δοῦμε τὴν ἐπιστολὴ ποὺ ἔστειλε ὁ κ. Ρίδελ:
Η ΠΡΟΧΘΕΣΙΝΗ ΠΥΡΚΑΪΑ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΟΙΝΟΠΟΙΪΑΝ ΚΛΑΟΥΣ
Ἐλάβομεν χθὲς τὴν ἑξῆς ἐπιστολήν:
Ἀξιότιμον Διεύθυνσιν «Νεολόγου Πατρῶν» Ἐνταῦθα
Ἀνέγνων τὸ ἄρθρο σας περὶ τῆς χθεσινῆς δασοπυρκαϊᾶς κατὰ τὸν Ριγανόκαμπον.
Δὲν γνωρίζω ἐκ ποίας πηγῆς ἐλάβετε τὰς σχετικὰς πληροφορίας, χάριν τῆς ἀληθείας καὶ τῆς δικαιοσύνης ὅμως πρέπει νὰ μοῦ ἐπιτρέψητε τὴν ἑξῆς ἐπανόρθωσιν:
Εὐγνώμων εἰς τὸν κύριον Δήμαρχον διότι ἀπέστειλε τοὺς πυροσβέστας καὶ εἰς αὐτούς, οἵτινες ἦλθον, βεβαίως δὲ ἐγὼ ὡς ἔφορος τοῦ Πυροσβεστείου θὰ ἤμην ὁ τελευταῖος, ὅστις ἤθελε μειώσει τὴν ἀξίαν τῶν ἀνδρῶν τοῦ πυροσβεστικοῦ λόχου, οἵτινες τοσάκις ἐπέδειξαν τόσας ἀρετὰς ἐν στιγμαῖς κινδύνου.
Χθὲς ὅμως δὲν ἦτο δυνατὸν οὗτοι νὰ σβύσωσι τὴν ἐκραγεῖσαν πυρκαϊάν, διότι τὸ πῦρ κατεστάλη χάριν τῶν πραγματικῶς ὑπερανθρώπων προσπαθειῶν καὶ κόπων τῶν ἰδίων ἐργατῶν καὶ κατοίκων τοῦ ἐργοστασίου τῆς Οἰνοποιητικῆς Ἑταιρίας «Ἀχαΐα», τῶν γυναικῶν συμπεριλαμβανομένων καὶ τῶν αὐθορμήτως προστρεξάντων πέριξ γειτόνων, διὰ τοὺς ὁποίους δὲν ἔχω λόγους νὰ τοὺς ἐπαινέσω καὶ τοὺς εὐχαριστήσω ἐξ ὀνόματος πάντων τῶν ἐνδιαφερομένων.
Οἱ πυροσβέσται εἰδοποιηθέντες, ὅτι κατεστάλη ἡ πυρκαϊὰ ἐντελῶς ἦλθον κατὰ τὴν 6ην μ.μ. ὥραν μόνον διὰ τὴν τάξιν καὶ διὰ πᾶν ἐνδεχόμενον καὶ ἀνεχώρησαν πάλιν μετ’ ὀλίγον.
Ὅλως ὑμέτερος
Ι. ΡΙΔΕΛ
ΕΠΙΜΥΘΙΟ
1. Σχετικὰ μὲ τὸ γεγονὸς καθ’ ἑαυτό, οὐδὲν θὰ πραγματοποιήσουμε σχόλιον. Γιὰ τὴν καθ’ ὁλοκληρίαν, μόνο, παρουσίαση τοῦ θέματος, θὰ παραθέσουμε ἕνα ἀκόμα, μικρὸ δημοσίευμα τῆς ἴδιας ἐφημερίδας, στὸ φῦλλο τῆς Τρίτης 19 Αὐγούστου 1908, ποὺ πληροφορεῖ τὸ κοινὸ ὅτι
«Ἐπὶ τῇ ὑπονοίᾳ ὅτι τὸ πῦρ τὸ ὁποῖον ἐξερράγη κατ’ αὐτὰς εἰς τὴν Οἰνοποιΐαν Κλάους δὲν ἦτο τυχαῖον, ἐξέδραμον χθὲς ἕως ἐκεῖ καὶ ἐνήργησαν πολύωρον ἀνάκρισιν ὁ κ. Εἰσαγγελεὺς καὶ ὁ ἀνακριτὴς κ. Λουκάκος. Ἡ ἀνάκρισις θὰ συνεχισθῇ σήμερον ἐνταῦθα».
2. Σχετικὰ μὲ τὸ γεγονὸς ὅτι, σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιστολὴ τοῦ κ. Jozeph Riedl «τὸ πῦρ κατεστάλη χάριν τῶν … προσπαθειῶν … τῶν ἐργατῶν καὶ κατοίκων …., τῶν γυναικῶν συμπεριλαμβανομένων» ἐπίσης οὐδὲν θὰ πραγματοποιήσουμε σχόλιον….
3. Σχετικὰ μὲ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Τύπος τῆς ἐποχῆς ἀναφέρει μετ’ ἐμφάσεως τὴν Οἰνοποιία ὡς «τὰ Ἐργοστάσια τοῦ κ. Κλάους» θὰ ἐκφράσουμε τὴν σκέψη ὅτι πρόκειται γιὰ πληθυντικὸ ὄχι, βέβαια, ἀκριβολογίας, οὔτε ὅμως μεγαλαυχίας,
ἀλλὰ πληθυντικὸ ποὺ κρύβει τὴν ἐλπίδα μιᾶς νέας, ἐλεύθερης ζωῆς, ὅπου «ὄρθιος ἔτι, εἰ καὶ αἱμόφυρτος, ἵσταται ἡ γενεά ἥτις ἐθεάθη… τὴν βαθυτάτην ἔρημον καὶ τὸν μέγαν τῶν ἐρειπίων σωρόν, τὰ ὁποῖα ἐπαρουσίαζεν ἡ …πόλις, ἕνεκα ἀδιαλείπτου κατασχέσεως ὑπὸ τῶν Ὀθωμανῶν… ἤδη δὲ βλέπει μετὰ θαυμασμοῦ τὸν τόπον αὐτὸν τῆς φρικτωδεστέρας ἐημώσεως… μεταβεβλημένον διὰ τοῦ βιομηχάνου καὶ εὐτυχοῦς τῶν κατοίκων χαρακτῆρος εἰς πόλιν ἀνθηρὰν καὶ ὡραίαν, ὅπου τὸ ἐμπόριον, ἡ γεωργία καὶ τὰ γράμματα, ἀναπτύσσονται καὶ θάλλουσι» (ἐφημ. ΗΧΩ ΤΩΝ ΕΠΑΡΧΙΩΝ 19-9-1842, γραφὶς Φ. Κωστάκη). Ἔτσι, ἡ Πάτρα ἔχει πλέον «ἐργοστάσια» -οὔτε κἄν «ἐργοστάσιο», καὶ κατατάσσεται στὶς ἀνεπτυγμένες πόλεις τοῦ σύγχρονου κόσμου!
4. Kαταλήγοντας, ἄς διαπιστώσουμε ὅτι ἡ σχέση «τοῦ διευθύνοντος τὰς ἐγασίας τοῦ οἰνοποιείου» Jozeph Riedl μὲ τὴν καταπολέμηση τῆς πυρκαϊᾶς φαίνεται πὼς εἶχε ρίζες στὸ χρόνο. Καὶ μόνο ἡ φράση τῆς δημοσιευθείσης ἐπιστολῆς του «ἐγὼ ὡς ἔφορος τοῦ Πυροσβεστείου» εἶναι ἱκανὴ νὰ μᾶς πείσει ὅτι ὁ ἑτερόχθων Πατρινὸς κατεῖχε θέση εὐθύνης στὸν δημόσιο φορέα ποὺ εἶχε σκοπὸ τὴν ἀντιμετώπιση τέτοιων συμβάντων. Ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἡ πληροφορία νὰ μὴν εἶχε διασωθεῖ στὸν τύπο τῆς ἐποχῆς, ἰδοὺ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ γερμανόγλωσσο ταξειδιωτικὸ Ὁδηγὸ τοῦ 19ου αἰῶνα, θησαυρισμένο στὸ Ἱστορικὸ Ἀρχεῖο τῆς ΑΧΑΪΑ CLAUSS, μὲ τίτλο Patras und seine Weine (Ἡ Πάτρα καὶ τὰ κρασιά της), ὅπου ὁ περιηγητὴς συντάκτης του, ἀρκετὰ χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν συγκεκριμένη πυρκαϊά, περιγράφει τὴν ἐπίσκεψή του στὸ Οἰνόκαστρο. Τὸ ἀπόσπασμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο μποροῦμε νὰ καταλάβουμε μὲ ποιὸν ἀκριβῶς τρόπο ἀντιμετωπίστηκε καὶ ἀποσοβήθηκε ἡ περὶ ἧς ὁ λόγος πυρκαϊά, ἔχει μεταφράσει καὶ ἔχει ἐντάξει στὸ βιβλίο της «Η ΟΙΝΟΠΟΙΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ «ΑΧΑΪΑ» ΚΑΙ ΤΑ ΧΕΙΡΟΠΟΙΗΤΑ ΒΑΡΕΛΙΑ ΤΗΣ» ἡ λαογράφος-ἐρευνήτρια κ. Ροδούλα Σταθάκη-Κούμαρη, καὶ ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Ἡ ἔκπληξή μου ἦταν, ὅταν ὁ Riedl χτύπησε συναγερμὸ γιὰ φωτιά. Δώδεκα ἄτομα τοῦ προσωπικοῦ μέσα σὲ πέντε λεπτὰ εἶχαν ἀνέβει στὶς σκεπὲς καὶ εἶχαν ἑτοιμασθεῖ μὲ ἀντλίες νὰ ἀντιμετωπίσουν τὸν κίνδυνο. Μοῦ ἐξήγησε, ὅτι ὁ ἴδιος τοὺς εἶχε ἐκπαιδεύσει γιὰ τὸν φόβο τῶν ληστῶν, ἤ γιὰ ὁποιονδήποτε κίνδυνο ἀπειλοῦσε τὸ συγκρότημα»….
Ὅμως γιὰ τὴν ΑΧΑΪΑ τὸ πῦρ ἐκεῖνο δὲν ἦταν οὔτε ἡ μόνη, οὔτε ἡ κυριώτερη συμφορά. Ἴσως, μάλιστα, νὰ ἦταν οἰωνὸς μιᾶς μεγαλύτερης. Γιατὶ ἀκριβῶς ἕνα μῆνα μετά, στὶς 11 Σεπτεμβρίου τοῦ ἴδιου ἔτους «ἐκπρόσωποι τῆς γερμανικῆς παροικίας» σύμφωνα μὲ τὸν ἱστορικὸ μελετητῆ κ. Νῖκο Μπακουνάκη (ΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΟΥ ΓΟΥΣΤΑΥΟΥ, ἐκδ. Καστανιώτη) περίμεναν στὸ λιμάνι τὸ πλοῖο “Βαρόνος Μπεκ”, πάνω στὸ ὁποῖο ὁ Gustav Clauss εἶχε ἀφήσει αἰφνιδίως τὴν τελευταία του πνοή, στὴ διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ τῆς ἐπιστροφῆς του ἀπὸ τὸ Μόναχο στὴν Πάτρα. Ἀνάμεσά τους ἦταν ὁ ἐπικεφαλῆς τοῦ Γερμανικοῦ Προξενείου Μύλλερ, ὁ κλειδοῦχος τῆς βασίλισσας Μεσσάλας καί, φυσικά, ὁ Ἰωσὴφ Ρίδελ…