Τα ζιζάνια
Μὲ ἀφορμὴ τὸ Καρναβάλι, λοιπόν, σήμερα προτείνουμε τὴν ἀνάγνωση δύο κειμένων: τὸ ἕνα ἀποτελεὶ ἀπάνθισμα ἀποσπασμάτων ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Νίκου Μπακουνάκη «Τὸ Κρασὶ τοῦ Γουσταύου», ποὺ ἐκδόθηκε ἀπό τὸν ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ στὰ 1997, καὶ τὸ ἄλλο εἶναι δημοσίευμα τῆς πατρινῆς ἐφημερίδας ΝΕΟΛΟΓΟΣ, τῆς 22 Φεβρουαρίου 1900!!
Πιστεύουμε ὅτι αὐτὰ τὰ δύο κείμενα ἀλληλοπεριχωροῦνται. Δηλαδὴ τὸ ἕνα ἑρμηνεύει τὸ ἄλλο, σὲ μιὰ ἀκαδημαϊκὴ προσέγγιση τοῦ Καρναβαλιοῦ, μιᾶς γιορτῆς μὲ κοινωνιολογικὸ ὑπόβαθρο, ἀπ’ ὅτι φαίνεται. Ἀλλὰ αὐτὴ τὴν πνευματικὴ ἐργασία, τοὺς συλλογισμοὺς καὶ τοὺς ἀπαιτούμενους μετεωρισμούς της, θα τὰ ἀφήσουμε σὲ σᾶς, τοὺς ἀναγνῶστες, οἱ ὁποῖοι θὰ ἔχετε τὴ δυνατότητα νὰ σκεφτεῖτε –δὲν εἶναι δὰ καὶ κανένας δυσεπίλυτος γρίφος- πῶς συνδέονται οἱ περὶ ὧν ὁ λόγος διηγήσεις.
Στὸ τέλος ἐλπίζουμε νὰ συμβεῖ ὅ,τι καὶ μὲ τὴν Μαυροδάφνη: νὰ σᾶς εὐχαριστήσει ἡ επίγευση τῆς belle epoque. Καλὴ ἀνάγνωση!
ΝΙΚΟΥ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗ: ΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΟΥ ΓΟΥΣΤΑΥΟΥ ἀποσπάσματα
Στην Πάτρα δραστηριοποιήθηκαν… «οι δύο μεγαλύτερες εταιρείες σταφίδας, η αγγλική Burff και η γερμανική Fels. Στα στελέχη της Fels (μιας εταιρείας που δραστηριοποιείται στην πόλη από τα μέσα της δεκαετίας του 1840) οφείλουμε τις σοβαρότερες προσπάθειες στον τομέα της οινοβιομηχανίας. Η μακροβιότερη οινική εταιρεία του ελληνικού χώρου ιδρύθηκε από ένα στέλεχος της Fels, τον Γουσταύο Κλάους (Gustav Clauss), που το όνομά του είναι σήμερα στην Ελλάδα ταυτόσημο με το κρασί. Τα επιχειρηματικά πορτραίτα του Γουσταύου Κλάους και του δεύτερου στελέχους της Fels, του Θεόδωρου Άμβουργερ (Theodor Hamburger), δημιουργούν ένα ενδιαφέρον δίπτυχο οικονομικής δράσης, που πλουτίζει την, έτσι κι αλλιώς φτωχή από ιστοριογραφικής πλευράς, επιχειρηματική προσωπογραφική πινακοθήκη του 19ου αιώνα.
Ο Κλάους και ο Άμβουργερ αποτελούν δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα ξένων επιχειρηματιών που κάνουν την Ελλάδα κέντρο των επιχειρήσεών τους και πουπροσδιορίζουν τη φυσιογνωμία τοπικών κοινωνιών, σε μια Ελλάδα που δεν διαθέτει ακόμη επαρκή ενοποιητικά δίκτυα, τα οποία θα μας επέτρεπαν να κάνουμε λόγο για εθνικό χώρο.
Μαζί με την επιχειρηματικότητα, οι Γερμανοί αυτοί φέρνουν μαζί τους κι έναν κοσμοπολιτισμό, που αποτελεί βασικό συστατικό των αστικών στρωμάτων των ελληνικών πόλεων του 19ου αιώνα. Ο κοσμοπολιτισμός των αστικών εμπορικών στρωμάτων των πόλεων, με την πολυεθνική τους σύνθεση αλλά και με τη συμμετοχή μη “αυτοχθόνων” Ελλήνων, αποτελεί ένα ερμηνευτικό κλειδί, όταν θέλουμε να αναλύσουμε τις ελληνικές αστικές κοινωνίες του 19ου αιώνα. Για παράδειγμα, η εμφάνιση των ιταλικών σκηνών και του μελοδράματος ή της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής των πόλεων δεν συνιστούν αποτέλεσμα “μαϊμουδισμού” -όπως ισχυρίζονται μερικοί σύγχρονοι μελετητές, κατά τα άλλα αξιόλογοι, που όμως παραλείπουν από τις αναλύσεις τους αυτή τη βασική ιστορική προϋπόθεση- αλλά αποτέλεσμα της καταγωγής των αστικών στρωμάτων.
…………………………………………………………….
Ο Κλάους έφερνε μαζί του έναν κοσμοπολιτισμό και ένα ρομαντικό πνεύμα θρεμμένο από τον Γκαίτε και τον Σίλλερ, αλλά και τον φιλελληνικό αέρα της βαυαρέζικης πατρίδας του. Το 1859 αγόρασε μια έκταση 60 στρεμμάτων στη θέση Ριγανόκαμπος, στα ανατολικά της πόλης, σε υψόμετρο 500 ποδών από τη θάλασσα, η οποία σε λίγο γίνεται το κέντρο της οινοποιητικής δραστηριότητάς του.
Σ’ αυτή την περιοχή δημιούργησε τον πυρήνα του αμπελώνα του και της οινοποιίας του, της “Αχαΐα”. Έχει ενδιαφέρον να μείνουμε λίγο σ’ αυτή την αγορά και τη φύτευση των οιναμπέλων και όχι σταφιδαμπέλων, που ο καρπός τους είναι άμεσα εξαργυρώσιμος, γιατί αποκαλύπτει την επιθυμία ενός εμπόρου, δηλαδή ενός κοσμοπολίτη και “χωρίς πατρίδα” επιχειρηματία, να γίνει αμπελουργός, να συνδεθεί δηλαδή μ’ έναν τόπο, να αποκτήσει ρίζες μέσα από τις ρίζες των δικών του αμπελιών. Στον ευρωπαϊκό χώρο είναι πολλά τα παραδείγματα τραπεζιτών και εμπόρων που αγοράζουν αμπελώνες για να κατακτήσουν, πριν απ’ όλα, οι ίδιοι μια μόνιμη θέση στην ιστορία. Άν η γη, ακόμη και ακαλλιέργητη, δημιουργεί προϋποθέσεις νομιμότητας και μονιμότητας, η αμπελουργική ιδιοκτησία και καλλιέργεια δημιουργούν τις προϋποθέσεις μιάς συμβολικής εγκατάστασης μέσα στο χώρο.
Για την τοπική κοινωνία των Πατρών, ο Γουσταύος Κλάους δεν ήταν απλώς ο ευαίσθητος στα μηνύματα της προοδευτικής εξέλιξης επιχειρηματίας. Ήταν και ο φιλάνθρωπος –με την έννοια της αστικής αρχής της bienfaisance-, ο bon viveur, με τις παροιμιώδεις για τα δημοσιογραφικά χρονικά της εποχής χορευτικές εσπερίδες του, αλλά και ο seigneur, μια εικόνα που ενισχύθηκε που ενισχύθηκε από τη συνήθειά του να μεταβαίνει καθημερινά στο οινοποιείο, από το κέντρο της πόλης, με το άλογό του –συνήθεια που διατήρησε σχεδόν μέχρι το θάνατό του.
Εκτός από τον Κλάους στα πρώτα συμβούλια βρίσκουμε τον Αλβέρτο Άμβουργερ (Albert Hamburger), γιο του Θεόδωρου, και τον Ιωσήφ Ρίδελ (Joseph Riedl).
ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΠΑΤΡΩΝ, 22 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1900