Βασίλειος Β. Αντωνόπουλος
Ἡ 1η Ἰανουαρίου κάθε ἔτους εἶναι, ὡς «Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά», ἡμέρα φορτισμένη ποικιλοτρόπως. Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ κλῖμα, καὶ ἐπειδὴ κι «ἅγιος Βασίλης ἔρχεται ἀπὸ τὴν Καισαρεία», ἡ ΑΧΑΪΑ CLAUSS ἔχει τὴν ὑποχρέωση καὶ τὸ δικαίωμα νὰ ἀναρτήσει μιὰ δημοσίευση ἀφιερωμένη στὸν Λαλάκη Ἀντωνόπουλο ποὺ τὴν 1η Ἰανουαρίου ἔχει τὴν ὀνομαστική του γιορτή. Ὁ Λαλάκης Ἀντωνόπουλος, βεβαίως, ἤδη ἀπὸ τὸ 2008, ἐξεμέτρησε τὸ ζῆν, ἀλλὰ αὐτὸ καθόλου δὲν μᾶς ἐμποδίζει νὰ γιορτάσουμε σήμερα τὴν γιορτή του. Καὶ θὰ τὴν γιορτάσουμε μὲ μία ἀνθολόγηση λόγων καὶ κειμένων του. Λόγων καὶ κειμένων ποὺ ἀφοροῦν σ’ αὐτὸν προσωπικά, κι ὄχι στὴν πολυσχιδῆ ἐπαγγελματική, κοινωνικὴ ἤ πολεμικὴ δραστηριότητά του, διότι ἐκφεύγουν τοῦ σκοποῦ τῆς παρούσης.
Ὁ Λαλάκης Ἀντωνόπουλος ἦταν γιὸς τοῦ Βλάση Ἀντωνόπουλου, πρώτου ἰδιοκτήτη καὶ Προέδρου τῆς οἰνοποιΐας «ΑΧΑΪΑ» μετὰ τὴν περίοδο τοῦ Gustav Clauss καὶ τῶν Γερμανῶν διαδόχων του. Ὑπῆρξε, σὺν τοῖς ἄλλοις, φιλομαθὴς καὶ βιβλιόφιλος. Τὸ ἀποτύπωμα αὐτῆς τῆς ἰδιότητας τοῦ χαρακτῆρα του βρίσκεται στὴν Βιβλιοθήκη τοῦ Πανεπιστημίου Πατρῶν. Ἐκεῖ ὑφίσταται τμῆμα μὲ τίτλο «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ- ΔΩΡΕΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Β. ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ», ποὺ περιλαμβάνει τοὺς χιλιάδες τόμους τῆς συλλογῆς του, καταχωρισμένους σὲ δύο κατηγορίες: «ΣΥΛΛΟΓΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Β. ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ» καὶ «ΠΑΛΑΙΑ ΚΑΙ ΣΠΑΝΙΑ ΒΙΒΛΙΑ- ΔΩΡΕΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Β. ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ». Εἴχαμε τὴν εὐκαιρία νὰ ἐπισκεφθοῦμε τὴν ἀφιερωματικὴ αἴθουσα ποὺ στεγάζει αὐτὴν τὴν δωρεά, χάρη στὴν εὐγένεια καὶ τὴν προσήνεια τοῦ φιλόπονου ὑπευθύνου τῆς Πανεπιστημιακῆς Βιβλιοθήκης κ. Γιάννη Τσάκωνα τὸν ὁποῖο, δημοσίως, εὐχαριστοῦμε θερμά. Τὸν τοῖχο αὐτῆς τῆς ἄριστα φυλασσόμενης αἴθουσας, κοσμεῖ ἕνα φωτογραφικὸ πορτραῖτο τοῦ δωρητῆ καί, ἔνθεν καὶ ἔνθεν, δύο κείμενά του. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἡ αὐτοβιογραφία του τὴν ὁποία, ἀντὶ ἄλλων λόγων, παραθέτουμε ἀμέσως:
ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΛ. ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Κανελλόπουλος γεννήθηκε στα 1402.(σημ: ὑποννοεῖ, λογοπαικτικῶς, τὸ ἱστορικοῦ περιεχομένου βιβλίο τοῦ Παν. Κανελλόπουλου «Γεννήθηκα στὸ 1402») Εγώ στα 1915. Έτσι είμαι νεώτερός του κατά 5 αιώνες! Ο πατέρας μου, Βλάσης Κ. Αντωνόπουλος, άνθρωπος μειλίχιος, πράος και αγαθός λίαν, υπήρξε βουλευτής του Ελευθερίου Βενιζέλου το 1928- 1932.
Είμαι το έκτο παιδί από επτά παιδιά (5 αγόρια και 2 κορίτσια) και βρίσκονται στη ζωή τρία. Είδα σε ηλικία 7 ετών το 12ο Σύνταγμα που γύριζε ρακένδυτο από την καταστροφή της Σμύρνης το 1922.
Τελείωσα το Β΄ Γυμνάσιο Πατρών στα 1931. Για 18 μήνες ήμουν στην Ελβετία. Το 1934 μπήκα στη Νομική του Πανεπιστημίου, μολονότι ήθελα να σπουδάσω γιατρός. Όμως άλλη η βουλή του πατέρα μου. Έδωσα γραπτές πτυχιακές με άριστα. Εγκατέλειψα γιατί δεν ήθελα πια.
Το 1936 ίδρυσα την Οργάνωση Εθνικής Νεολαίας στην Πάτρα, την οποία οι άνθρωποι του Μεταξά την μετονόμασαν ΕΟΝ από ΟΕΝ.
Πράξη που ιδεολογικά είχε μεγάλη διαφορά. Έτσι κήρυξα ανταρσία με αποτέλεσμα να με στείλει ο Πέπας (νομάρχης τότε) στην Απείρανθο της Νάξου, όπου συνάντησα τον Καθηγητή μου του Συνταγματικού Δικαίου Αλέξ. Σβώλο. Σε δύο μήνες γύρισα χάρις στον πατέρα μου. Στο μεταξύ ήμουν από τους πρωταθλητές του ΝΟΠ τότε που ο Όμιλος ήταν για 9 χρόνια πρωταθλητής στην Ελλάδα και πολυνίκης Σύλλογος Επαρχιών.
Ο πόλεμος του 1940 με βρήκε αγύμναστο και κατέβηκα στην Πάτρα (έμενα τότε στην Αθήνα) και μαζί με άλλους νέους, ανοίξαμε περί τα 50 καταφύγια (πρόσκληση θα βρείτε στον ΝΕΟΛΟΓΟ της 3ης (σημ: 1ης τὸ ὀρθό) Νοεμβρίου 1940). Στρατεύτηκα εθελοντής χιονοδρόμος (σκιέρ) και με το λόχο μου μέσω Κορυτσάς μείναμε επί μήνες 4 στο όρος Κάμια (Μνήμα της Γριάς) στη γραμμή επαφής με τους Ιταλούς και 25 υπό το μηδέν. Είχε ο λόχος μου 3 νεκρούς και 5 τραυματίες σε σύνολο 75 ανδρών (μειωμένος λόχος λόγω ειδικών δυνάμεων, τα πρώτα ΛΟΚ). Στην Κατοχή φυσικά ήμουν στην Εθνική Αντίσταση. Μ’ έπιασαν οι Ιταλοί δύο φορές και πήγα στις Φυλακές ΑΒΕΡΩΦ. Με τα πολλά με ζήτησε η GESTAPO και έφυγα για το βουνό (Καρπενήσι).
Μετά την Κατοχή έφυγα για USA για τρία χρόνια περίπου. Ταξίδεψα σε πολλές χώρες. Μετά έγινα Γ. Δ/ντής της ΑΧΑΪΑ CLAUSS. Από εκεί έφυγα το 1959. Ίδρυσα τη δική μου εταιρεία την ΚΑΒΕΙΡΟΣ ΟΙΝΟΠΟΙΗΤΙΚΗ Α.Ε. την οποία και πούλησα το 1989.
Το 1942 παντρεύτηκα με την Ιλεάνα κόρη της Κατίνας Παξινού. Μου χάρισε δύο γιούς, τον Φαίδωνα και τον Αλέξανδρο. Από τον Φαίδωνα έχω 1 εγγονό τον Γιώργο, και από τον εγγονό μία δισέγγονη την Καρολίνα. Την Ιλεάνα την έχασα το 1995, γεννημένη κι αυτή το Μέγα Κρίμα!
Πλήξη καμμία. Αυτά!
Βασίλης Βλ. Αντωνόπουλος
——————–
Θὰ ἀρκοῦσε, ἴσως, καὶ μόνο τὸ παραπάνω κείμενο, γιὰ τὴν σημερινὴ γιορτή. Ὅμως, σὰν σχόλιο στὸ περιεχόμενό του, καὶ σὰν ποίκιλμα τοῦ οὕτως ἤ ἄλλως ἐνδιαφέροντος, ὅσο καὶ λιτοῦ, αὐτοβιογραφικοῦ ποὺ μᾶς χάρισε ὁ Βασίλειος Ἀντωνόπουλος – γνωστὸς στὸν κοινωνικὸ καὶ ἐπαγγελματικό του περίγυρο ὡς «Λαλάκης» Ἀντωνόπουλος – ἀκολουθοῦν ἀποσπάσματα ἀπὸ συνέντευξη ποὺ μᾶς ἔδωσε τὸ μεσημέρι τῆς Τρίτης 29 Μαρτίου 2005, στὸ καφὲ JK τῆς πλατείας Κολωνακίου, στὴν Ἀθήνα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Νὰ σᾶς ρωτήσω: γιατί «Λαλάκης»;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Βασίλειος! Ἡ παράδοση αὐτὴ ἤτανε, ὅλοι οἱ Βασίληδες εἰς τὴν Πάτρα ὀνομάζονταν Λαλάκηδες. Μεταξὺ αὐτῶν καὶ ὁ Λαλάκης ὁ Κανελλόπουλος, πρωτεξάδελφος τοῦ Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ὁ δήμαρχος Πατρών Βασίλειος Ροῦφος, Λαλάκης κι αὐτός….. Ἐμένα νονός μου ἦταν ὁ ἀδελφὸς τοῦ πατέρα μου, Βασίλειος Ἀντωνόπουλος κι αὐτός, ἔ, μὲ βάφτισε καὶ μ’ ἔβαλε κι ἐμένα Βασίλειο.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πόσα παιδιὰ εἶχαν οἱ γονεῖς σας;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἑπτά. Ὁ πρῶτος ἦταν ὁ Ντῖνος ὁ Ἀντωνόπουλος, μετὰ ἡ Ἑλένη Ἀντωνοπούλου. Ὕστερα Ἀνδρέας καὶ Ἀλέξανδρος, δίδυμοι. Μετὰ ἦταν ὁ Φαίδων, ὁ ἀδελφός μου, ἐγώ, καὶ μετὰ ἡ Δανάη, ἡ ἀδελφή μου. Λοιπόν, ἀπ’ ὅλους αὐτοὺς τοὺς Ἀντωνοπουλαίους δὲν ὑπάρχει κανένας πλέον. Μόνον ἐγώ….
——————–
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἐκεῖ, στὴν ΑΧΑΪΑ CLAUSS, πρὶν φτάσουμε στὴν ἀπάνω Πύλη, στὸ σημεῖο ποὺ ὑπάρχει ἡ μαρμάρινη ἐπιγραφὴ ἡ ὁποία ἀναφέρεται στὴν ἐνέδρα ποὺ εἶχε στήσει ὁ ληστὴς Λίγκος στὸν Gustav Clauss, εἶναι ἕνα μονοπάτι….
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἔχει πολλά. Καὶ κάτω ἀριστερά, ἅμα κατεβεῖτε πρὸς τὰ κάτω ἀριστερά, ἔχει… ἐκεῖ πηγαίναμε μὲ τὴ δασκάλα, ἡ ἀδελφή μου ἡ Δανάη κι ἐγώ, καὶ κάναμε μάθημα, Γαλλικά.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἔτσι, σὲ περίπατο;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ναί, εἰς τὸ … ἀριστερὰ καθὼς κατεβαίνουμε ἔχει ἕνα ξέφωτο καὶ δέντρα γύρω γύρω, κι ἐκεῖ καθόμαστε καὶ μᾶς ἔλεγε… κάναμε Γαλλικά.
——————–
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἔβγαζε καὶ κονιὰκ τότε ἡ ΑΧΑΪΑ CLAUSS;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἄαα… τὸ κονιὰκ τοῦ Clauss…. Ἐπρόφτασα τὸ τελευταῖο κονιὰκ -ἤτανε 1000 φιάλες- Ἕνα κονιὰκ τὸ ὁποῖον εἶχε χρυσὰ βραβεῖα, σὰν τὰ γαλλικὰ… καλύτερο ἀπ’ τὰ γαλλικά. Εἶχε ἄσπρο χρῶμα, ἤτανε πολὺ… δὲν ἤτανε σκοῦρο ὅπως τὰ γαλλικὰ κονιάκ, ἤτανε χρυσαφί. Ἤτανε θ α υ μ ά σ ι ο! Καί, θυμᾶμαι, καθίσαμε σὲ… Royal τὸ λέγαμε, κονιὰκ Royal τῆς «ΑΧΑΪΑ», καθίσαμε σ’ ἕνα καφενεῖο, τὸ «Splendid» στὴν Πάτρα, δὲν ξέρω ἄν τὸ θυμόσαστε, κάτω στὴν Ἁγίου Νικολάου, ἀπέναντι ἀπὸ τὶς Τράπεζες ποὺ εἶναι τώρα… ἤταν τὸ «Splendid» τὸ ὁποῖο δὲν ὑπάρχει πλέον, βεβαίως.
Δεκέμβριος, κρῦο… μὲ δύο φίλους μου ἐκεῖ πέρα, καὶ πιάναμε τὴν … «φέρε μας μιὰ Royal». Ἔφερνε, λοιπόν, τὴ Royal αὐτός, τότε δὲν ξέραμε… ἀλλὰ δὲν πήραμε χαμπάρι ὅτι εἴχαμε πάθει τέτοια ζημιά, διότι ἔκανε κρῦο καὶ τραβιότανε. Ὅταν ἐσηκωθήκαμε ὅμως, τὰ πράγματα γύριζαν… Ἐπήγαμε στὰ «Ὀλύμπια», τὸ ζαχαροπλαστεῖο τοῦ Λαμπρόπουλου, τοῦ Ἀντρέα. Πήγαμε στὰ «Ὀλύμπια» καὶ μοῦ εἶπαν ἐκεῖ πέρα ὅτι ἔκανα τὴ νυχτερίδα, εἶχα ἀνέβει πάνω σ’ ἕνα τραπέζι κι ἔκανα τὴ νυχτερίδα, καὶ μὲ πήγανε στὸ σπίτι καὶ ἀνέβηκα μπουσουλώντας ἀπάνω.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἐσεῖς τὸ θυμόσαστε αὐτό;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Δὲν τὸ θυμόμουνα, βέβαια. Καὶ τὴν ἄλλη μέρα τὸ πρωί, βογγοῦσα, ἔκανα… ἤμουνα χάλια. Ἤρθε, λοιπόν, τὸν ξέρετε τὸν Πίνδαρο τὸ Μαγγανάρα;
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τὸν γιατρό;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὁ Πίνδαρος ὁ Μαγγανάρας ἤτανε χειρουργὸς γιατρὸς καὶ φίλος μας πολύ. Ἡ μάνα μου ἀνησυχοῦσε πολὺ καὶ… «ἔλα Πίνδαρε, γιὰ κοίτα τὸ παιδί».
-Καλέ, λέει, αὐτὸς εἶναι φέσι!! δὲν ἔχει τίποτα, θὰ τοῦ περάσει… Μὲ Royal!… Ἐμφιάλωσα 1000 φιάλες οἱ ὁποῖες πουλήθηκαν αὐθωρεί. Δὲν ξαναφτιάξαμε τέτοιο κονιάκ.
——————–
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἔσεῖς ὅσο ἤσασταν στὴν Πάτρα δὲν εἴχατε παντρευτεῖ ἀκόμα;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἐγὼ παντρεύτηκα τὸ ’42, μαζὶ μὲ τὸν Ἀντρέα, τὸν ἀδελφό μου. Μαζὶ παντρευτήκαμε.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τὴν ἴδια μέρα, δηλαδή;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Τὴν ἴδια μέρα, στὴν ἴδια ἐκκλησία.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποῦ παντρευτήκατε;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στὸ… στὸ Πεδίον τοῦ Ἄρεως, ποιὰ ἐκκλησία εἶναι;
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τὰ παιδιά σας ποῦ γεννήθηκαν;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὁ ἕνας μου γιὸς γεννήθηκε ἐνῶ ἐγὼ ἤμουνα στὸ βουνό, ἀντάρτης.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Καὶ ἡ γυναῖκα σας στὴν Ἀθήνα;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στὴν Ἀθήνα, ναί. Γέννησε μὲ τὸν ἀδελφό μου τὸν Ἀντρέα κοντά της. Ὁ Ἀντρέας, ὁ ἀδελφός μου, μ’ ἀγαποῦσε πάρα πολὺ καὶ τὸν ἀγαποῦσα κι ἐγώ. Καὶ ἤμαστε μαζὶ στὸν πόλεμο, αὐτὸς ἤτανε ἀνθυπολοχαγός, ἐγὼ ἤμουνα στρατιώτης. Καὶ ὁ δεύτερος γιός μου, ὁ Ἀλέξανδρος, ὁ ἠθοποιός, γεννήθηκε στὴν Ἀμερική, ὅπου ἤμασταν, γιατὶ ἤτανε ἡ Παξινοῦ ἐκεῖ πέρα, ἡ πεθερά μου.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τί ἔκανε, ἔπαιζε;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἡ Παξινοῦ, δὲν πῆρε τὸ Ὄσκαρ;
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ναί, ναί. «Γιὰ ποιὸν χτυπᾶ ἡ καμπάνα»;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: «Γιὰ ποιὸν χτυπᾶ ἡ καμπάνα»; Πῆρε τὸ Ὄσκαρ…
——————–
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πῶς μιλούσατε στοὺς γονεῖς σας;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἐμιλούσαμε στὸν πληθυντικό. Ὅλη ἡ οἰκογένεια στὸν πληθυντικὸ μιλοῦσε στοὺς γονεῖς. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἔτσι ἦταν. Καὶ τσιγάρο μπροστά τους, τίποτε. Τσιγάρο μᾶς ἔδωσε ὁ πατέρας, ὅταν ἤμουνα ἐγὼ 36 χρονῶν. Γιατὶ μόλις τρώγαμε τὸ φαγητὸ…. εἴμαστε Πασχαλινό τραπέζι στὴν ΑΧΑΪΑ CLAUSS-διακρίνεται, δεξιά, ὁ Βλάσης Ἀντωνόπουλος ἑφτὰ σὺν δύο, ἐννιά. Ἐννέα ἄνθρωποι. Καὶ ἡ δασκάλα, ἡ μαντὰμ Λονέ. Αὐτὴ ἤτανε Πᾳριζιάνα. Πολὺ ὡραῖα Γαλλικὰ μιλοῦσε.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Κι ἔμενε μαζί σας;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἔμενε μαζί μας, βεβαίως. Λοιπόν, μόλις τρώγαμε τὸ φαγητὸ φεύγαμε ….. Λοιπὸν κάποια στιγμή, λέει ὁ πατέρας μας: βρὲ παιδιά, σταθῆτε. Πάρ’ τε τσιγάρο…
——————–
ΕΡΩΤΗΣΗ: Στὴν ΑΧΑΪΑ CLAUSS πηγαίνετε καμιὰ φορά;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Πηγαίνω ἀπάνω στὸ Κλάους καὶ ἀνάβω κερὶ στὴ μάνα μου καὶ στὸν πατέρα μου, στὸν ἀδελφό μου τὸ Φαίδωνα, ἔεε καὶ στὸν Clauss. Βάνω κι ἕνα κερὶ στὸν Clauss.
——————–
Κάπου ἐδῶ πρέπει νὰ κλείσουμε αὐτὸ τὸ μικρὸ ἀφιέρωμα στὸν ἑορτάζοντα σήμερα, ἀείμνηστο Λαλάκη Ἀντωνόπουλο, ἡ πλήρης ἀνάπτυξη τῶν δραστηριοτήτων τοῦ ὁποίου θὰ γίνει ὑπὸ ἄλλες συνθῆκες. Ἄς ποῦμε πὼς ἡ παροῦσα ἀνάρτηση εἶναι ἕνα κερὶ στὴ μνήμη του, σὰν αὐτὰ ποὺ ἄναβε ὁ ἴδιος στοὺς οἰκογενεῖς του καὶ στὸν G. Clauss. Κι ἄς ὁλοκληρώσουμε, πάλι μ’ ἕνα δικό του κείμενο, ποὺ βρίσκεται ἀναρτημένο ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ πορτραίτου του στὴν Βιβλιοθήκη τοῦ Πανεπιστημίου Πατρῶν, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν αὐτοβιογραφία του. Εἶναι ἕνα κείμενο τὸ ὁποῖο εἶχε συντάξει ὁ ἴδιος σὰν ἀπόσταγμα ἀπὸ τὴν περιπέτεια καὶ τὴν πεῖρα τῆς ζωῆς του. Ἕνα κείμενο παραινετικό, ποὺ τὸ θυμόταν ἀπ’ ἔξω, καὶ ποὺ τὶς πρῶτες λέξεις του τὶς χάραξε καὶ στὸ Βιβλίο Ἐπισκεπτῶν τῆς ΑΧΑΪΑ CLAUSS, τὸν Νοέμβριο τοῦ 2017, ὅταν μᾶς ἐπισκέφθηκε γιὰ τελευταία φορά….
«Πορεύου ἥρεμος ἀνάμεσα στὸ θόρυβο καὶ τὴ βιασύνη καὶ στοχάσου πόση γαλήνη μπορεῖ νὰ ὑπάρχει στὴ σιωπή.
Χωρὶς ν’ ἀλλοτριώσεις τὰ ἱερά σου, νὰ βρίσκεσαι σὲ καλὴ σχέση μὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὅσο αὐτὸ εἶναι μπορετό. Ἔκφραζε τὴ δική σου ἀλήθεια, ἥρεμα καὶ μὲ σαφήνεια καὶ ἄκουσε τοὺς ἄλλους, ἀκόμη καὶ τοὺς ἀμαθεῖς καὶ ἀνοήτους. κι αὐτοὶ ἔχουν νὰ ποῦν τὸ μῦθο τους. Ἀπόφευγε τοὺς ἐριστικοὺς καὶ φωνασκοῦντες. Προκαλοῦν ταραχὴ στὸ πνεῦμα σου. Ἄν συγκρίνεις τὸν ἑαυτό σου μὲ ἄλλους μπορεῖ νὰ νιώσεις ματαιοδοξία ἀλλὰ καὶ πίκρα. Γιατὶ ὀφείλεις νὰ γνωρίζεις ὅτι πάντοτε θὰ βρίσκονται ἄνθρωποι ἀνώτεροι καὶ κατώτεροι ἀπὸ σένα. Μεῖνε προσηλωμένος στὴν ὅποια τέχνη καὶ δουλειά σου, ὅσο ταπεινὴ κι ἄν εἶναι. Εἶναι ἀπόκτημα δικό σου σπουδαῖο, στὶς ἀβέβαιες τύχες τοῦ χρόνου. Νὰ χειρίζεσαι μὲ σωφροσύνη τὰ ὅσα σὲ ἀφοροῦν, γιατὶ ὁ κόσμος εἶναι γεμᾶτος παγίδες. Μὴν τυφλωθεῖς ὅμως ἀπὸ τὴν ἀρετή σου αὐτή. Πλῆθος ἀνθρώπων ἀγωνίζεται γιὰ ὑψηλὰ ἰδανικὰ καὶ παντοῦ ἡ ζωὴ εἶναι γεμάτη ἀπὸ ἡρωισμούς. Στάσου ἀκλόνητος μπροστὰ στὴ βία, τὴ βαναυσότητα καὶ στὴν προκατάληψη. Μόνον ἔτσι θὰ εἶσαι ἄξιος γιὰ ἐλευθερία. Νὰ μὴν εἶσαι κυνικὸς μὲ τὴν ἀγάπη. Γιατὶ παρ’ ὅλη τὴν αὐχμηρότητα καὶ τὴν ἀπογοήτευση, αὐτὴ εἶναι αἰώνια σὰν τὸ γρασίδι τοῦ λειμῶνα. Δέξου φιλόφρονα τὰ χρόνια ποὺ βαραίνουν καὶ ἀποδέξου μὲ χάρη τὸ πέρασμα τῆς νεότητος. Γύμναζε σὲ ἰσχὺ τὸ πνεῦμα σου, νὰ σοῦ δειχθῆ ἀσπίδα σὲ ἀπροσδόκητη κακοτυχιά. Μὴν καταθλίβεις τὸν ἑαυτό σου μὲ φαντασιώσεις. Πολὺς τρόμος γεννιέται ἀπὸ κόπωση καὶ μοναξιά. Πέρα ἀπὸ ὁποιαδήποτε αὐτοπειθαρχία, ἄς εἶσαι εὐπροσήγορος στὸν ἑαυτό σου. Εἶσαι τέκνο τοῦ σύμπαντος ὅσο καὶ τὰ δέντρα καὶ τ’ ἄστρα. Ἔχεις δικαίωμα νὰ βρίσκεσαι ἐδῶ. Καὶ εἴτε τὸ γνωρίζεις εἴτε ὄχι, τὸ σύμπαν, χωρὶς ἀμφιβολία, ἀνακυκλώνεται κατὰ τοὺς νόμους του καὶ κατὰ πῶς εἶναι ὁπισμένο. Ἄς εἶσαι λοιπόν σὲ εἰρήνη μὲ τὸ Θεό σου, ὁποιοσδήποτε κι ἄν εἶναι Αὐτός. Καὶ ὅποιες ἐλπίδες καὶ προσδοκίες ἔχεις μέσα στὴ θορυβώδη σύγχυση τῆς ζωῆς, ἄς εἶσαι σὲ εἰρήνη καὶ μὲ τὴν ψυχή σου. Παρ’ ὅλη τὴν ἀθλιότητα, τὴ χαμέρπεια καὶ τὰ γκρεμισμένα ὄνειρα ἐξακολουθεῖ ὁ κόσμος νὰ εἶναι ὡραῖος.
Μάρτιος 1973»
Υ.Γ: Χάρη στὴν εὐγενῆ παρέμβαση τῆς κυρίας Μαρίας-Ἑλένης Πανταζῆ -τὴν ὁποία εὐχαριστοῦμε θερμὰ- εἴμαστε σὲ θέση νὰ τροποποιήσουμε τὴν παράγραφο ποὺ ἀφορᾶ στὸ πιὸ πάνω κείμενο, σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθὴ παρατηρησή της. Συγκεκριμένα ἡ κυρία Πανταζῆ μᾶς ἔγραψε ὅτι πρόκειται «γιὰ μετάφραση στα ελληνικά του ποιήματος Desiderata του Max Ehrmann, copyright 1927», τὸ ὁποῖο ὁ ἀείμνηστος Ἀντωνόπουλος προφανῶς δὲν εἶχε συντάξει, ἀλλὰ εἶχε ἐνστερνιστεῖ σὰν ἀπόσταγμα ἀπὸ τὴν περιπέτεια καὶ τὴν πεῖρα τῆς ζωῆς του.