Μπαρμπα-Γιάννης Μάλλιος: 4. Ο άνθρωπος
Καθὼς ὁλοκληρώνεται, σήμερα, ἡ μικρή μας ἀναφορὰ στὴ συνέντευξη ποὺ παραχώρησε πρὶν ἀπὸ δέκα χρόνια ὁ ἀξιαγάπητος μπαρμπα-Γιάννης Μάλλιος – ἀπόγονος τοῦ πρώτου ἀρχιεργάτη τοῦ G. Clauss, Μαλτέζου Francesco Malia, γεννημένος ἐντὸς τῶν τειχῶν τῆς ΑΧΑΪΑ CLAUSS καὶ ἐργασθεὶς σ’ αὐτὴν ἐφ’ ὅρου ζωῆς- παραθέτουμε ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴ συζήτηση ποὺ εἴχαμε μαζί του, μέσα ἀπὸ τὰ ὁποῖα διαφαίνεται τὸ ἦθος καὶ ἡ ἀνθρώπινη πλευρὰ τῆς προσωπικότητάς του. Ἴσως ὁ ἀποσπασματικὸς χαρακτήρας τῶν κειμένων αὐτῶν νὰ δυσχεραίνει λίγο τὴν ἀνάγνωση, ἀλλ’ ἀξίζει τὸν κόπο…
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: (ξεφυλίζει τὸ ἄλμπουμ «Achaïa Actiengesellschaft für Weinproduction Patras 1861-1911» μὲ φωτογραφίες ἀπὸ τὰ πρῶτα 50 χρόνια τοῦ Οἰνοποιείου)
– Ὁ νονός μου ἐδῶ πέρα. Ὁ Κλίπφελ! ὁ Ἔρμαν Κλίπφελ..
……………………………………
Δέ, ἀπ’ τὴ συγγένεια ὅλη αὐτὴ ποὺ σᾶς λέω, ὑπάρχει καὶ στὴν ψαραγορὰ «τοῦ Ἀργύρη», ποὺ λέμε, ἐκεῖ στὴν πλατεῖα Ὄλγας λίγο πιὸ πέρα… ὑπάρχει ὁ Ἀντρέας ὁ Μάλλιας… τώρα δὲν ξέρω ἄν ὑπάρχουν κι ὅλας, γιὰ νά ‘μαι φιλαλήθης. Τὸ ξέρω γιατὶ τὸ 1942 ποὺ ‘χα ἀναλάβει οἰκογενειακὲς ὑποχρεώσεις λόγῳ ποὺ ἀρρώστησε ὁ πατέρας μου, ἔπαιρνα ψάρια ἀπὸ κεῖ καὶ πούλαγα στὰ χωριά. Ἤμουνα πιτσιρικὰς τότε καὶ ἀναγκάστηκα νὰ ζήσω τὴν οἰκογένεια. Εἶχα τὴν ἀδερφή μου, τὴ μητέρα μου… ὁ πατέρας μου δὲν δούλευε –εἶχε ἀρρωστήσει πολὺ σοβαρά…
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τί εἶχε ὁ πατέρας σας;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Πολλὰ καὶ διάφορα. Οὔτε ἀρχή, οὔτε τέλος… Τέλος πάντων, Θεὸς σχωρέσ’ τονε… ὁ ὁποῖος εἶναι καὶ… καὶ ἡ ἀδυναμία μου…
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πῶς λεγόταν;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Γεώργιος… Γεώργιος…
………………………………………………
… ἔλεγε ὁ μακαρίτης ὁ πατέρας μου, Θεὸς σχωρέσ’ τονε, «Γιαννάκη, φτιάξε μου ἕναν καφέ, δὲν μοῦ τὸν κάνει καλὸ ἡ μάνα σου»… Ἤτανε ἐξαιρετικὸς ἄνθρωπος. Ἔχει πεθάνει στὶς 21 Μαΐου τοῦ 1981, καὶ τὸ ’82, στὶς 20 Γενάρη τοῦ ’82, πέθανε ἡ μητέρα μου…. Τὸ λοιπόν, ἤτανε καταπληκτικὸς ἄνθρωπος. Πάντως, παιδιά, τί νὰ σᾶς πῶ: ἡ μητέρα εἶναι μητέρα, πρέπει νὰ τὴν ἀγαπᾶμε περισσότερο, ἀλλὰ ἡ ἀδυναμία στὸν πατέρα μου ἤτανε κάτι παραπάνω… δὲν μπορῶ νὰ τὸ ξεπεράσω αὐτό.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἔ, δουλεύατε καὶ μαζὶ καὶ…
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Ὄχι… ἤτανε ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος, ἄν σᾶς πῶ σ’ ὁλόκληρη τὴ ζωή μου, σὰν μικρὸ παιδί, δὲν μοῦ ‘χει δώσει ἕνα χαστούκι. Ἀλλὰ ὅταν ἔλεγε μιὰ κουβέντα, τὴ σεβόμουνα πολύ.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πόσα παιδιὰ ἤσασταν;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Ἡ ἀδερφή μου, ἐγώ, καὶ ἕνας ἀδελφός μου δίδυμος ὁ ὁποῖος ἐπέθανε ἑνὸς χρόνου. Ἤμουνα δίδυμος ἐγὼ καὶ αὐτός, αὐτὸς ἤτανε καταπληκτικὸ παιδί, ἐπέθανε ὁ καλὸς κι ἔμεινε ὁ ἄσχημος, εἶδες ποὺ λέει τὸ καουμπόικο ἔργο…
………………………………………………
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιὰ χρονιὰ ξεκινήσατε τὴ δουλειά;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Τὸ ’46. Ἐτῶν 17! Ἔπαιρνα καὶ τὸ μικρότερο ἡμερομίσθιο τότε – θυμᾶμαι καὶ τὴ λεπτομέρεια.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πόσο;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Πόσο ἔπαιρνα; Θὰ σοῦ πῶ πόσο ἔπαιρνα. Τότε παίρνανε οἱ ἄντρες… ἐπαίρνανε 18 δρχ., οἱ γυναῖκες 13 –γιατὶ τότε δὲν ὑπῆρχε ἰσότης γυναικῶν καὶ ἀνδρῶν- ἐγὼ δούλευα μὲ 2 δρχ.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τί;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Ἡμερομίσθιο!
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τὸ πρῶτο, πρῶτο;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Ναί. Δύο δραχμὲς ἡμερησίως. Τὸ ὁποῖο.. τότε κάπνιζα κι ὅλας, δὲν μοῦ φτάνανε. Ἔ, μετά, ὅταν ἔφτασα 18 χρονῶν, μπῆκα κι ἐγὼ στὸ 18 δρχ. …
………………………………………………
…νομίζω τὴν ἔχεις δεῖ τὴ φωτογραφία αὐτή (ὑποδεικνύει μία παλαιὰ φωτογραφία)… ἐμφιαλώναμε μὲ τὸ χέρι. Τὸ λοιπόν, ἐδῶ εἶναι ὁ μακαρίτης ὁ Ἀντρέας ὁ φίλος μου, ὁ Ἀναστασόπουλος… κι ἐδῶ ἐγώ: σὰ γλειμμένο καλούδι!…
………………………………………………
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Τὸ 1981, τὸ λοιπόν, γιὰ νὰ ὁλοκληρώσω, σταμάτησα πλέον… – εἶχα δουλέψει κι ἕνα διάστημα στοὺς μηχανικοὺς κοντά, γιατὶ εἶχα κάνει δύο ἐγχειρήσεις στὰ πόδια μου, τὰ ὁποῖα εἶν’ ἄχρηστα-… τὸ ’81 ἐμπῆκα φύλακας. Κοιτάγανε νὰ μὲ βάλουν λίγο νωρίτερα λόγῳ τῆς ἐγχειρήσεως…
ΕΡΩΤΗΣΗ: Γιὰ σύνταξη ἦταν νωρὶς ἀκόμα;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Ἤμουνα… μποροῦσα νὰ τὴν ἔχω πάρει τὴ σύνταξη, διότι εἶχα συμπληρώσει 35ετία ἀλλά, δυστυχῶς –καὶ νά ‘ναι καλὰ οἱ ἐργατικὲς νομοθεσίες, διότι τὰ κόβουνε ὅπως τὰ θέλουνε, ἔπρεπε νά ‘χω συμπληρώσει τὸ 58ο ἔτος τῆς ἡλικίας μου… γι’ αὐτὸ καὶ συμπλήρωσα πάνω ἀπὸ 12.000 ἔνσημα καὶ τὴν πῆρα. Αὐτὸ τὸ διάστημα, λοιπόν, μοῦ εἴπανε νὰ πάω γιὰ φύλακας.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Μέχρι νὰ φτάσετε τὰ 58.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Μέχρι νὰ φτάσω τὰ 58, ναί. Ἦταν ἕνας Πήττας –δὲν ξέρω ἄν ἔχεις ἀκούσει, ὁ ὁποῖος μετὰ ἤτανε καὶ στὴν Τράπεζα –
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τί ἦταν αὐτός;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Αὐτὸς ἤτανε… λογιστής, ποὺ πλήρωνε τοὺς ἐργάτες… εἶχε κάποιο πόστο καλὸ καὶ ἦταν καὶ καλὸ παιδί. Καὶ μ’ ἐκάλεσε ἐκεῖ πέρα καὶ μοῦ λέει
– «μπαρμπα-Γιάννη» μοῦ λέει, «ὅπως σὲ βλέπω, δὲν εἶσαι γιὰ πολλὲς δουλειὲς τώρα. Νὰ σὲ βάλουμε στὸ Φυλάκιο, νὰ ξεκουραστεῖς κι ὅλας», κ.λπ.
Τοῦ λέω:
– «Χρῆστο μου ναί, ἀλλὰ ἔχετε θέση στὸ Φυλάκιο»;
Μοῦ λέει:
– «Ὄχι, θὰ βγάλω –μακαρίτης κι αὐτὸς- τὸ Δημήτρη τὸ Μπακατσέλο καὶ θὰ τὸν πάω στὸ Ἐμφιαλωτήριο».
– «Εὐχαριστῶ πάρα πολύ, νά ‘σαι καλὰ καὶ νὰ χαίρεσαι τὴ μούρλια σου». Ἔτσι ἀκριβῶς τοῦ εἶπα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: «Τὴ μούρλια σου»;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΛΛΙΟΣ: Ναί.
– «Ἐγὼ εἶμαι ἐργάτης καὶ κοντεύω νὰ τελειώσω τὴν πορεία μου. Ἀνάθεμα δὲν κάνω στὴ ζωή μου καὶ νὰ μ’ ἀφήσεις ἐκεῖ ποὺ εἶμαι».
– «Μά»…
-Δὲν ἔχει οὔτε «μὰ» οὔτε «μοῦ». Ἐὰν ἤμουνα ἐγὼ κι ἔστελνες κάποιον ἄλλο, θέ ‘λα σὲ μουτζώνω κάθε μέρα. Καὶ δεμένος ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ κάνω αὐτὸ τὸ πρᾶμα…
Τὸ λοιπόν, μοῦ λέει:
– «μπαρμπα-Γιάννη, γιατί τὸ λὲς αὐτό; εἴπαμε νά ‘σαι δημοκράτης, ἀλλὰ ὄχι τόσο πολύ».
Τοῦ λέω:
– «Ἀγόρι μου, ἐγὼ θέλω ὅπως περνάω, κι ὅταν μὲ συναντᾶνε, νὰ φωνάζουνε μπαρμπα-Γιάννη, πᾶμε νὰ πιοῦμε ἕνα νερό… Γι’ αὐτὸ καὶ ἀγαπάω τὸν κόσμο, ἀλλὰ καὶ μ’ ἀγαπάει. Δὲν θὰ πάω».

Ο ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟ ΤΟΥ ΤΟΝΙΑ ΡΑΠΤΗ (φωτο: Κ. ΤΣΑΧΡΕΛΙΑΣ)
– «Μά, τί θὰ κάνεις»;
– «Ἐκεῖ ὅπως ἤμουνα, θὰ σύρνομαι»
Καὶ τότε μ’ ἔβαλε στὸ μηχανοστάσιο, ἀλλὰ μετὰ εὑρέθη θέση κι ἔτσι ἐπῆγα…